Δημοφιλείς αναρτήσεις
-
του Κώστα Γιαννακίδη Η πλατεία είναι ένα καζάνι ιδεών που βράζει. Κοχλάζει και οι ιδέες με τις προτάσεις εξατμίζονται. Κάποιες σημε...
-
Ζούμε σε έναν κλοιό. Ολοένα αυξανόμενο. Ένα ρεύμα άκρως εξισλαμιστικό έχει εδραιωθεί τα τελευταία χρόνια στην καρδιά της Ευρώπης (Αγγλία, Γα...
Τρίτη, Νοεμβρίου 13, 2012
Τρίτη, Νοεμβρίου 06, 2012
Σάββατο, Νοεμβρίου 03, 2012
Δευτέρα, Οκτωβρίου 29, 2012
Παρασκευή, Ιουλίου 06, 2012
Ο νέος Τροϊκός Πόλεμος και το τέχνασμα του Πολύφημου
του Μιχάλη Κόκκινου
Παρατηρώ καθημερινά στο twitter, στο facebook, στο internet γενικά στελέχη της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης να δηλώνουν μια άρνηση. Άρνηση στην πραγματικότητα. Δυστυχώς για εκείνους η εποχή μας και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε δεν προσφέρονται για «ρομαντισμούς». Και όσοι αιθεροβατούν μεταξύ ανεδαφικών διεκδικήσεων και «μπεσαλίδικων» πρακτικών είτε είναι επικίνδυνοι για το μέλλον της χώρας, είτε υποκρύπτουν με άτιμο τρόπο προσωπικά συμφέροντα .
Αλλά ας βάλουμε τα πράγματα σε μία λογική βάση. Η κυβέρνηση λίγο πριν τις προγραμματικές της δηλώσεις ετοιμάζεται με τυμπανοκρουσίες για την «διαπραγμάτευση» με την τρόικα. Διαπραγμάτευση όπου εκτός απροόπτου θα οδηγηθεί σε αποτυχία. Καθώς μην ξεχνάμε ότι τα πρόσωπα που τώρα καλούνται να διαπραγματευτούν τις τύχες της χώρας ήταν ακριβώς τα ίδια που δεν μπόρεσαν να εξοικονομήσουν 300εκατ ? από ισοδύναμα μέτρα, για να μην περικοπούν οι μισθοί και οι συντάξεις πριν από λίγους μήνες.
Όταν λοιπόν μετά από τρεις μήνες απραξίας φέρεις ως μόνη θέση την άρνηση να τηρήσεις ότι δεσμεύτηκες πριν από μερικούς μήνες, δηλαδή περικοπές μισθών, περικοπές συντάξεων, αυξήσεις φόρων και απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, για να επιτευχθεί η απαιτούμενη δημοσιονομική προσαρμογή. Μοιραία θα αντιμετωπίσεις μία αντίσταση, ένα τοίχος από την μεριά της τρόικα. Αφού όσο κι αν ακούγεται τρελό δεν υπάρχουν εναλλακτικές από την μεριά της κυβέρνησης. Δεν αντιπροτείνεται κάποιο σχέδιο με χρονοδιαγράμματα και πολιτικές που θα μπορούσε να κάνει τους εταίρους μας να συμφωνήσουν.
Η πρόσκαιρη επιτυχία Μόντι-Ραχόι στην τελευταία Σύνοδο της ΕΕ (όπου εξασφάλισαν αγορά των ομολόγων τους από την ΕΚΤ) δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την ελληνική περίπτωση. Το ελληνικό πρόγραμμα παρέμεινε στάσιμο για τρεις μήνες, όπου η ακυβερνησία τσάκισε κάθε διαπραγματευτική δυναμική της χώρας. Και όσοι στην κυβέρνηση πιστεύουν ότι με βάση το «κεκτημένων» αλλονών μπορούν να εγείρουν αξιώσεις δίχως αντιπρόταση, μάλλον το κάνουν για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης.
Η πολεμική ρητορική που αναπτύσσεται τις τελευταίες μέρες στον τύπο από κυβερνητικά ή αντιπολιτευτικά στελέχη υποκρύπτουν την ίδια την αδυναμία μας για διαπραγμάτευση. Ας μην κραυγάζουμε πολεμικές ιαχές έναντι των τρο(ικαν)ων !!!
Άλλωστε ο γίγαντας Πολύφημος δεν έγινε θρύλος επειδή άλωσε την Τροία, αλλά για τον παρομοιώδη τρόπο που απώλεσε την περιουσία του, ενώ το έπαιζε νταής σε μια χούφτα εγκλωβισμένα ανθρωπάκια…
Τετάρτη, Μαΐου 23, 2012
Ένα καταπληκτικό μυθιστόρημα από τον @Avrantinis !
Κανείς στο γραφείο δεν είχε ξαναδεί σ’ αυτή την κατάσταση τον επικεφαλής της επαναστατικής κυβέρνησης της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Από τον Ιούνιο του 2012 που ορκίστηκε πρωθυπουργός ο Αλέξης Τσίπρας είχε καταφέρει να συγκρατήσει τον θυμό του όσες φορές χρειάστηκε. Ακόμη και τότε που η χώρα αποφάσισε να εγκαταλείψει το κοινό νόμισμα και να υιοθετήσει τη δραχμή οι εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις για τον Αλέξη θύμιζαν την ενόχληση που προκαλεί το τσίμπημα ενός κουνουπιού στη βεράντα του εξοχικού του παρέα με τους αγαπημένους του συντρόφους μια υπέροχη καλοκαιρινή φεγγαρόλουστη βραδιά.
Τούτη τη φορά τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Χίλιοι πεντακόσιοι εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους έμεναν στον δρόμο. Το εργοστάσιο παρασκευής ειδών υγιεινής της ΚΕΡΑΜ στην Ελλάδα –μιας βιομηχανίας με εξηντάχρονη ιστορία, προϊόν μιας επένδυσης του 1953 που πραγματοποιήθηκε όταν η τότε κυβέρνηση με έναν απλό νόμο θέσπισε αρνητικά κίνητρα για τις άμεσες ξένες επενδύσεις και τα κατοχύρωσε με συνταγματική προστασία– έκλεινε και η εταιρεία μετέφερε όλη της τη δραστηριότητα στη Βουλγαρία.
— «Αυτοί οι αναθεματισμένοι οι εργαζόμενοι» ψέλλισε ο υπουργός Οικονομικών και Εργασίας Γιάννης Δραγασάκης, «δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι οι διαμαρτυρίες τους ρίχνουν νερό στον μύλο του κεφαλαιοκρατικού συστήματος».
— «Τι ήθελαν δηλαδή», ανέκραξε ο πρωθυπουργός, «ν’ αφήσουμε το κεφάλαιο να κάνει ό,τι θέλει; Η αύξηση του φόρου εισοδήματος των επιχειρήσεων στο 75% θα μας επέτρεπε να πληρώσουμε τους μισθούς και τις συντάξεις των Ελλήνων όταν οι ξένοι μας έκοψαν, πανάθεμά τους, τον δανεισμό. Ρε Γιάννη, κάνω λάθος;».
— «Χμμ, όχι έτσι είναι, πρόεδρε. Βέβαια…».
— «Τι βέβαια; Μη μου τ’ αλλάζεις. Δική σου ιδέα ήταν και του Παπαδημούλη…».
— «Ναι, όχι δεν έχω κάποια αντίρρηση, μόνο…».
— «Τι μόνο, ρε Γιάννη, μίλα καθαρά…».
— «Να, έχω μια επιφύλαξη εάν έπρεπε να συνδυάσουμε τους νέους –δίκαιους, δεν λέω– φόρους με τα μέτρα για την προστασία του εισοδήματος των εργαζομένων και την απαγόρευση των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα».
Ο πρόεδρος αντί να κοιτάξει τον Δραγασάκη κοίταξε έξω από το παράθυρο του Μεγάρου Μαξίμου τους συγκεντρωμένους ανέργους της ΚΕΡΑΜ με τα μέλη των οικογενειών τους. Η επαναστατική κυβέρνηση είχε επιτρέψει τις διαδηλώσεις παντού, ακόμη και έξω από την πρωθυπουργική κατοικία. Άλλωστε στις ατέλειωτες διαδηλώσεις και στα μεγάλα κινήματα, κυρίως σ’ αυτά του Δεκέμβρη του 2008 και του Φλεβάρη του 2012, κρυβόταν ο σπόρος της λαϊκής οργής που άνθισε φέρνοντας τους ανθρώπους της πραγματικής αριστεράς στην εξουσία. Αλίμονο αν φοβόταν τον λαό. «Δεν μπορώ να σε καταλάβω, τι είναι αυτά που λες; Εμείς θα επιτρέπαμε να παίρνουν μισθούς Βουλγαρίας οι Έλληνες εργαζόμενοι, θα επιτρέπαμε την εργοδοτική ασυδοσία στις απολύσεις, είναι σωστό να πληρώνονται οι εργάτες ένα ευρώ την ώρα; Γιατί διαδηλώνουν; Αυτοί οι άνθρωποι έπρεπε να διαδηλώνουν αλλού όχι έξω από το παράθυρό μου, εγώ είμαι μαζί τους, εκφράζω τα συμφέροντά τους».
Ο Δραγασάκης ένιωσε μια δυσκολία στην αναπνοή· ήταν παλιά καραβάνα της πολιτικής (γέννημα-θρέμμα του κομμουνιστικού κινήματος) και ήξερε πότε πρέπει να αντιδικεί κανείς με τον πρωθυπουργό και πότε «δεν σε παίρνει». Περιορίστηκε να απαντήσει με τεχνικό τρόπο. «Κοίταξε, Αλέξη, όλα τα έσοδα από τη φορολογία φυσικών και νομικών προσώπων δεν θα ξεπερνούσαν το 2012 σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού τα 13 δισ. ευρώ – και σ’ τα λέω σε ευρώ γιατί ακόμη κι εγώ δεν έχω εξοικειωθεί πλήρως με τα νούμερα σε δραχμές. Απ’ αυτά τα 4,1 δισ. ευρώ θα τα παίρναμε από τη φορολογία των επιχειρήσεων (2,1 από τον φόρο εισοδήματος και 2 από τα μερίσματα). Μόνο για μισθούς στο Δημόσιο –πριν από την αύξηση κατά 50% των μισθών μέχρι 1300 ευρώ που αποφάσισε η επαναστατική κυβέρνηση της αριστεράς μόλις αναλάβαμε– χρειαζόμασταν 18 δισ. ευρώ και για συντάξεις άλλα τριάντα…».
Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη φράση του και ο Αλέξης τον διέκοψε: «Τι μου λες, Γιάννη, δεν καταλαβαίνω, νούμερα, νούμερα, πίσω από τα νούμερα κρύβονται άνθρωποι, Γιάννη…» – «και πίσω από τους ανθρώπους πολλές φορές κρύβονται νούμερα» σκέφτηκε ο υπουργός Οικονομικών και Εργασίας αλλά δεν τόλμησε να εξωτερικεύσει τις σκέψεις του.
Αλλάζοντας ρότα ο Αλέξης συνέχισε με θυμό. «Λοιπόν, το κεφάλαιο είναι το ίδιο παντού και πάντοτε, πατάει τον εργαζόμενο και θέλει να κερδίσει, θα πρέπει να το καταγγείλουμε απερίφραστα, να αντιδράσουμε. Τη στιγμή εκείνη μπήκε στο πρωθυπουργικό γραφείο ο υφυπουργός Οικονομικών και Εργασίας Στρατούλης, βετεράνος συνδικαλιστής του ΟΤΕ, η προεκλογική δύναμη κρούσης του κόμματος σε όλα τα τηλεοπτικά debates και τώρα με ειδική αποστολή την αυστηρή τήρηση της κομματικής και ιδεολογικής γραμμής στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης. Στην πραγματικότητα ο Στρατούλης ήταν το μάτι του πρωθυπουργού στο κρίσιμο αυτό υπουργείο. «Αλέξη, καλημέρα, γεια σου Γιάννη, μόλις ετοίμασα την πρόταση που μου ζήτησες». Περήφανος για τον εαυτό του ενεχείρισε στον πρωθυπουργό παρακάμπτοντας τον υπουργό του μια πεντασέλιδη αναφορά για «την αντιμετώπιση κρίσεων στους χώρους δουλειάς που προκαλούν οι αντιδραστικές εργοδοσίες», όπως την τιτλοφόρησε, και βάλθηκε να κάνει μια γρήγορη παρουσίαση στους παρευρισκομένους.
Η έκθεση, μεταξύ πολλών γενικόλογων διαπιστώσεων που ήταν copy-paste τμήματα του προεκλογικού κυβερνητικού μανιφέστου του ΣΥΡΙΖΑ, απαριθμούσε και τα άμεσα μέτρα της κυβερνητικής αντίδρασης σε τέτοιες περιπτώσεις:
— δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών του εργοδότη,
— άμεση λήψη των περιοριστικών μέτρων δέσμευσης των περιουσιακών του στοιχείων,
— μετατροπή του κλεισίματος μιας επιχείρησης ή των απολύσεων για χρηματοοικονομικούς λόγους σε ιδιώνυμο αδίκημα,
— εθνικοποίηση της επιχείρησης με συνοπτικές διαδικασίες και ανάθεση της διεύθυνσης σε συμβούλια εργαζομένων κ.λπ.
Τελειώνοντας ο υφυπουργός την παρουσίαση του magnum opus του κοίταξε διερευνητικά τους ακροατές του. Ο πρωθυπουργός ακαριαία ξέσπασε σε χειροκροτήματα και αναφώνησε «Έτσι, έτσι… δεν πά’ να φύγουν… οι τοίχοι, οι μηχανές, οι άνθρωποι είναι εδώ, νομίζουν ότι αστειεύομαι! Μπράβο, ρε γίγαντα Στρατούλη, η ΚΕΡΑΜ θα μπει πρώτη στον χορό των επιχειρήσεων που θα περάσουν σε κοινωνικό έλεγχο». Ο σιωπηλός και παραμερισμένος μέχρι τη στιγμή εκείνη πρώην (;) κομμουνιστής υπουργός εμφανώς ενοχλημένος ξεφύσησε με αμηχανία. «Υπάρχουν κάποιες λεπτομέρειες που πρέπει να ληφθούν υπόψη, σύντροφοι» – η τελευταία αυτή μαγική λέξη πάντοτε λειτουργούσε ως ασπίδα στην απόγνωση του αριστερού «διαλόγου». «Τι θα γίνει με τις συσσωρευμένες ζημιές του εργοστασίου;». «Συμψηφίζονται με το κεφάλαιο» του ήρθε η αυτόματη απάντηση του Στρατούλη. «Ναι, και πώς θα πληρωθούν οι υποχρεώσεις προς τους προμηθευτές και τις τράπεζες;». «Δεν θα ανακαλύψουμε τον τροχό, ρε Γιάννη, ό,τι προβλέπει ο νόμος 1386 του 1983 του Αρσένη για τις κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις, σύστημα κρατικής εξυγίανσης με υποχρεωτική διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους των χρεών και ρύθμιση. Έτσι θα δημιουργήσουμε μια επαναστατική παραγωγική δομή στη χώρα με κοινωνικό έλεγχο και…». «Δεν έχω πειστεί, Δημήτρη, με την απαγόρευση των απολύσεων, την αδυναμία προσφυγής σε δανεισμό για την αγορά τουλάχιστον πρώτων υλών, με τα κρατικά ταμεία μας άδεια, με δραματική μείωση του τζίρου της επιχείρησης κατά 60% μπορείς να μου απαντήσεις συγκεκριμένα ποιος θα βάλει τα λεφτά για να δουλέψει η κοινωνικοποιημένη επιχείρηση που μας περιγράφεις;».
Ο πρωθυπουργός γύρισε απορημένος το βλέμμα προς τον υφυπουργό του. Εκείνος ένιωσε ξαφνικά να τον κυριεύει οργή, όχι τόσο εξαιτίας του θεμιτού –ακόμη και για την αριστερά– ενδοκυβερνητικού ανταγωνισμού ή της προσπάθειας του προϊσταμένου του υπουργού να τον «αδειάσει» στα μάτια του πρωθυπουργού του, όσο εξαιτίας της «αστικής» και ξένης προς κάθε επαναστατική λογική επιχειρηματολογίας του συνομιλητή του. «Γίνεσαι σχολαστικός, Γιάννη. Τι είν’ αυτά που μου λες, υποτιμάς τη δύναμή μας, τη δύναμη της επαναστατικής λογικής της αριστεράς, την ωφέλεια για τους εργάτες του μόχθου. Τι είσαι; Λογιστής είσαι; Με την άνοδο του μισθού τους οι εργάτες θα παράγουν περισσότερα και καλύτερα προϊόντα, απαλλαγμένοι συνάμα από τον βραχνά της εργοδοσίας, ας πληρώσουν τη νύφη οι Βούλγαροι εργάτες».
Ο νουνεχής αριστερός οικονομολόγος που στα πέτρινα χρόνια της αριστεράς ήταν αναγκασμένος να βγάζει το ψωμί του συμβουλεύοντας επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα ένιωσε την προσβολή από τα λόγια του τυπικά τουλάχιστον υφισταμένου του. «Κι εσύ μιλάς σαν συγγραφέας παιδικών παραμυθιών, Δημήτρη, μπλέκεις την παραγωγικότητα με άσχετα πράγματα. Από την αφελή, για να μην τη χαρακτηρίσω πολιτικά υστερόβουλη, γενναιοδωρία σου με λεφτά που δεν υπάρχουν, θα ζημιωθούν όλοι. Με τα λεφτά που αναγκαστήκαμε να κόψουμε ο πληθωρισμός ανέβηκε στο 60%, οι μισθοί των εργαζομένων μετά τις αυξήσεις και την πλασματική διατήρηση των θέσεων εργασίας σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα εξανεμίστηκαν και καλύπτουν το 20% με 30% των παλιών μισθών τους, τα στεγαστικά δάνεια των ανθρώπων καταγγέλθηκαν από τις κρατικοποιημένες τράπεζές μας· κι αν αυτές δεν προχωρήσουν σε διαδικασία πλειστηριασμού τα αποτελέσματά τους θα επιβαρυνθούν τόσο πολύ που θα χρειαστεί και νέα υποτίμηση του νομίσματος και νέα παραγωγή χρήματος για τη στήριξή τους. Μην ξεχνάς ακόμη ότι την κρατικοποίηση των τραπεζών μας την πλήρωσαν κυρίως οι μέτοχοί τους, όπως είχαμε διακηρύξει. Εκείνο που δεν σκεφθήκαμε βέβαια ήταν ότι μέτοχοι των τραπεζών ήταν κυρίως τα ασφαλιστικά μας ταμεία που είδαν έτσι την περιουσία τους να εξανεμίζεται. Κανείς πια δεν εργάζεται στο Δημόσιο γιατί ο μεγαλύτερος μισθός του δεν μπορεί να αγοράσει τίποτε απολύτως από τα λίγα προϊόντα που διακινούνται στην αγορά. Και θέλεις αυτό το μοντέλο να το εφαρμόσεις και στον ιδιωτικό τομέα. Όσο για τους Βούλγαρους εργάτες, ένα έχω να σου πω, το ένα ευρώ την ώρα είναι αξιοπρεπής αμοιβή που ανταποκρίνεται σ’ αυτό που προσφέρουν και πάντως μεγαλύτερη από την σημερινή πραγματική αμοιβή των ελλήνων εργατών. Όταν μεταφέρθηκε εκεί το εργοστάσιο της ΚΕΡΑΜ σου θυμίζω ότι η βουλγαρική κυβέρνηση το υποδέχθηκε όπως αρμόζει σε μια επένδυση που θα δημιουργήσει χιλιάδες θέσεις εργασίας σε μια αναδυόμενη αγορά. Έξω από το εργοστάσιο σχηματίσθηκαν ουρές υποψήφιων για να προσληφθούν. Με τον χρόνο όσο η βουλγαρική οικονομία θα υποδέχεται με σωφροσύνη τα ξένα κεφάλαια, το βιοτικό επίπεδο θα ανεβαίνει, θα δημιουργούνται νέες εξειδικευμένες θέσεις εργασίας και οι μισθοί θα βελτιώνονται».
— «Ως εδώ» ακούστηκε αποφασιστική η φωνή του προέδρου της κυβέρνησης. «Γιάννη, ακούγοντάς σε, ήταν σαν να άκουγα όχι τον υπουργό Οικονομικών μιας αριστερής κυβέρνησης αλλά τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο. Λυπάμαι πολύ, θα τα πούμε εμείς οι δυο άλλη ώρα».
Το κλίμα ήταν αρκετά φορτισμένο. Ο πρωθυπουργός δεν ήθελε να πάρει βιαστικές αποφάσεις. Ήταν γι’ αυτόν ανεξήγητη έκπληξη η αντίδραση του υπουργού του, αλλά τώρα με τόσες χιλιάδες αγανακτισμένους απολυμένους της ΚΕΡΑΜ έξω από το Μαξίμου, με τις κάμερες των καναλιών να περιμένουν υπομονετικά μια δήλωση, οι προτεραιότητες ήταν άλλες. Με τον πιστό υφυπουργό του κατευθύνθηκαν προς το μέρος των τηλεοπτικών συνεργείων. Μόλις οι δημοσιογράφοι αντίκρισαν τον πρωθυπουργό χωρίς κάποιο στρατιωτικό παράγγελμα ή προτροπή εγέρθηκαν από τις θέσεις τους και έστρεψαν τα μικρόφωνα στο πρόσωπο του χαρισματικού Αλέξη, ο οποίος ξεκίνησε με την χαρακτηριστική του αγέρωχη στάση τις δηλώσεις του:
— «Πέρασαν πια οι εποχές που το αόρατο χέρι της αγοράς έσφιγγε τον λαιμό του καταπιεσμένου εργάτη…».