Αναντίλεκτα, είναι υπαρκτό ένα χρόνιο μείζον ζήτημα ορολογίας, η οποία χρησιμοποιείται στα θέματα που αφορούν τις σχέσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τον Ελληνισμό. Ζήτημα, το οποίο κρίνεται σκόπιμο να διευκαλυνθεί, χάριν της συλλογιστικής ακολουθίας του παρόντος κειμένου.
Ως Ελληνισμός, λοιπόν, νοείται εκείνο το κοινωνικοπολιτικό οικοδόμημα-οργανισμός, απείρως ευρύτερος από τα όρια της χώρας μας, την κρατική υπόσταση του Ελληνισμού. Η διάκριση αυτή καθίσταται καίρια, αφού μόνο σε μας τους Έλληνες – ίσως και στους Εβραίους - συμβαίνει ο περιφερειακός εθνικός ιστός να είναι ταυτόχρονα και μείζων, δηλαδή πιο εύρωστος από τη μητροπολιτική κοινωνία. Σε ζητήματα που σχετίζονται με την Ορθόδοξη Εκκλησία η διασάφηση αυτή γίνεται ακόμη σπουδαιότερη, επειδή η κρατική ελλαδική μειονεξία επαγωγικά συνεπάγεται μια εκκλησιαστική καχεξία, καθώς το ελληνικό κράτος είναι ενωμένο ποικιλοτρόπως με την Εκκλησία, που εγκλείει στα γεωγραφικά του όρια. Ένωση, που ξεπερνά την απλή διοικητική συνύπαρξη και γίνεται βιωματική, μια και αποτελεί γεγονός ότι στην λαϊκή συνείδηση η θρησκευτικότητα υπαγορεύει την εθνικότητα.
Αν λοιπόν, η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει και μπορεί να διαδραματίσει κάποιο γεωπολιτικό ρόλο, αυτός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ακτινοβόληση μέρους του ελληνικού πολιτισμού («Ρωμιοσύνη»), αφού αυτό το πολιτιστικό όχημα επέλεξε ως οργανισμό για να οργανώσει το δογματικό και λατρευτικό της υπόβαθρο. Ως πρώτο βήμα, θα πρέπει οι Ελλαδίτες Ορθόδοξοι να αποβάλλουμε την κεντρομόλο συλλογιστική μας και να θεωρήσουμε την ανάληψη του ρόλου αυτού desideratum – επιθυμητέου στόχου. Όχι ασφαλώς της Ελλαδικής Εκκλησίας, αφού η διασύνδεσή της με το ελληνικό κράτος – καρπός μιας ιστορικής συγκυρίας – εμποδίζει πάσα απόπειρα ανάληψης οποιασδήποτε πρωτοβουλίας στις βαλκανικές χώρες. Οι ντόπιες «εθνικές» εκκλησίες δεν είναι πρόθυμες – και ευλόγως – να δεχθούν οποιαδήποτε κηδεμόνευση ή έστω παρείσφρηση, φρονώντας – και δικαίως – ότι έτσι παραβιάζεται το Κανονικό Δίκαιο και η Κοινή Ομολογία Πίστεως με τους Έλληνες γίνεται «Δούρειος Ίππος», ώστε να καταλήξουν υποτελή πνευματικά σχήματα σε μία υπερκείμενη εκκλησιαστική αρχή, την Ελληνική Ιεραρχία.
Ποιο ορθόδοξο εκκλησιαστικό σώμα είναι σε θέση να αναλάβει ένα τέτοιο «εκπολιτιστικό» ρόλο χωρίς να εγείρει υπόνοιες πρόθεσης ; Ασφαλώς το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Όχι μόνο γιατί θεσμικά είναι οικουμενικό, οπότε εθισμένο στο να απευθύνεται σε πολυεθνικό ποίμνιο, αλλά κυρίως επειδή σ’αυτό το σχήμα, η πολιτιστική ταυτότητα δεν συγχέεται με την κρατική οντότητα που εγκόσμια το περιέχει-φιλοξενεί, το κεμαλικό τουρκικό κράτος.
Επαναλαμβάνω, λοιπόν, ότι πρωταρχικό βήμα για να μετεξελιχθεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Ορθοδοξία σε μέσο Εξωτερικής Πολιτικής και μετάδοσης του Ελληνισμού γενικότερα, είναι η αποβολή εκείνης της κεντρομόλου συλλογιστικής μας – καρπός του γραικυλισμού και της ελλαδίτικης στενομυαλιάς και καχεξίας – και να φέρουμε την ελλαδική εκκλησία εγγύτερα στην «μητρική αγκαλιά» του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αίροντας το αυτοκέφαλό της. Ενέργεια η οποία δύναται να λειτουργήσει και ως πρότυπο στις σχέσεις του Πατριαρχείου με τις άλλες εθνικές εκκλησίες και τις εκκλησίες της Διασποράς στον πλανήτη μας. Η Ελληνική Εκκλησία τρέποντας εαυτόν σε μία ισχυρή Εξαρχία, που θα αγγίζει τα εθνολογικά όρια του Ελληνισμού, ισχυροποιεί πρωτίστως το Πατριαρχείο, ανανεώνοντάς το με νέο έμψυχο δυναμικό και χαρίζοντάς του τη δυναμική εκείνη που θα το καταστήσει ξανά «Φάρο Ελληνισμού» ανά την υφήλιο. Ισχυροποιεί όμως και την ίδια αποκτώντας πρόσβαση σε περιοχές, που ουδέποτε θα υπήρχε τέτοια δυνατότητα, όπως η Αλβανία νοτίως του Σκουμπή (ευρύτερη Βόρεια Ήπειρος – Αριβίν), η Βόρεια Μακεδονία και μέρος της Βόρειας Θράκης.
Αντίστοιχες ενέργειες θα μπορούσαν να γίνουν στις περιπτώσεις της Σέρβικης, Ρουμάνικης και Βουλγαρικής Εκκλησίας στα Βαλκάνια, διαλύοντας εντελώς ορισμένα αυτοκέφαλα ορθόδοξα κρατικά σχήματα όπως του Μαυροβουνίου, της Αλβανίας και της Βαρδαρίας. Ειδικότερα, στην περίπτωση της Σερβίας, μια ισχυρή Εξαρχία με έδρα το Βελιγράδι ή κάποια άλλη πόλη με κυρίαρχο το σερβικό εθνοτικό στοιχείο, ενισχυμένη στο πρότυπο της ελληνικής, θα αποτελούσε αναντίρρητα χείρα βοηθείας προς τον πολύπαθο ετούτο λαό, αναπτερώνοντας το αίσθημα της αξιοπρέπειας μέσα από την πίστη του. Ενώ, παρόμοια πολιτική θα ευνοούσε και το λαό των Αρμενίων.
Το άνοιγμα του Οικονομικού Πατριαρχείου όμως δεν πρέπει να περιοριστεί στη γειτονιά του Αίμου, αλλά να στραφεί προς την αδελφό Ρωσσία, χρίζοντάς την προστάτη των Όπου Γης Ορθοδόξων. Τρέποντας κατ’αυτόν τον τρόπο τον Πανσλαβικό προσανατολισμό της σε Ευρασιανικό, προσδίδοντάς της τα χαρακτηριστικά όχι του εθνικού ρωσσικού κράτους, αλλά του Οικουμενισμού· ενός μεγάλου Ευρασιανικού πολύ-εθνικού κράτους με κοινές πολιτισμικές ρίζες. Πρέπει λοιπόν να καταστήσει το Πατριαρχείο Μόσχας σε Τέταρτο τη τάξη, με δικαιοδοσία σ’ολόκληρο το βόρειο τμήμα της απέραντης Ευρασιανικής Ηπείρου από τη Βαλτική και τη Μολδαβία ως το βόρειο Ειρηνικό και τη Σαχαλινή, δίνοντας τροφή σ’αυτό Ευρασιανικό όραμα. Ενώ, πρέπει να αναλάβει το ρόλο του μεσολαβητή μεταξύ Ρωσσίας και Δύσης (ΕΕ, ΗΠΑ), Ρωσσίας και Ανατολής (Μείζονα Μέση Ανατολή και Βαλκάνια), το βαρύ φορτίο δηλαδή της υλοποίησης των κατάλληλων επαφών και δημιουργίας των κατάλληλων συνθηκών, ούτως ώστε να ευοδώσει ο όλος σχεδιασμός.
Απ’την άλλη δε, το Οικουμενικό Πατριαρχείο πρέπει να φέρει εγγύτερα τις Ηνωμένες Πολιτείες σ’αυτό. Θα μπορούσε εν παραδείγματι να χρίσει τις ΗΠΑ σύμμαχο και φίλη της Ορθοδοξίας, πείθοντας τις να δουν το Πατριαρχείο ως τη δύναμη εκείνη που θα απορροφά τη Ρωσσική Δυναμική, εξομαλύνοντας τις μεταξύ τους σχέσεις· μετριάζοντας το φανατισμό της Ανατολής εναντίον τους, δίδοντας το κατάλληλο βήμα για διάλογο και ειρήνη.
Μόνο το Οικουμενικό Πατριαρχείο και μέσω αυτού η Ορθοδοξία, δύναται να ξεχυθεί σαν άγριο κύμα στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα καλύπτοντας με την οικουμενικότητα τού ολόκληρο τον πλανήτη, κηρύσσοντας την Αγάπη, μεταλαμπαδεύοντας το μεγαλύτερο γεω-πολιτισμικό μέγεθος των ημερών μας – τον Ελληνικό Πολιτισμό - σε κάθε γωνιά αυτού του κόσμου. Μεταδίδοντας το Ανέσπερο Φως του Ελληνισμού απ’ακρη σ’ακρη της Οικουμένης.
Πρέπει λοιπόν να συνειδητοποιήσουμε πως όσο η Ελλάς θα παραμένει το μόνο επισήμως αμιγώς Ορθόδοξο κράτος της Γης, τόσο θα αποτελεί για εκατομμύρια πιστούς ανά τον κόσμο θρησκευτική και πνευματική τους Μητρόπολη. Η ισχυροποίηση του Πατριαρχείου της Πόλης με τα 300 και πλέον εκατομμύρια πιστούς θα έδινε στη χώρα τη δυνατότητα να καταστεί η Μητρόπολη της Ορθοδοξίας και των Προ-Χαλκηδόνιων Εκκλησιών σ’ολάκερο τον κόσμο, αναβαθμίζοντάς την γεωπολιτικά, καθώς της δίνει βήμα σ’ένα απίστευτα ετερόκλητο πολυεθνικό «ποίμνιο» με τρία κοινά χαρακτηριστικά : την Αγάπη, την Πίστη και το Βυζάντιο.
Την ίδια στιγμή μάλιστα που η δυναμική της Ορθοδοξίας σε Ασία, Ανατολική Ευρώπη και Αφρική είναι ανάλογη – αν δεν ξεπερνά – τη δυναμική του Ισλάμ στη Δύση. Η Ορθοδοξία έχει καταφέρει να προσδώσει ταυτότητα σε λαούς της Αφρικής, όπου μετά από τόσους και τόσους χρόνους κακομεταχείρισης αισθάνονται μέτοχοι ενός ευρύτερου ισότιμου πολιτισμικού συνόλου, δημιουργώντας το μοναδικό φαινόμενο των Afro-Greeks, οι οποίοι ως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας αναμένεται ότι θα ξεπεράσουν τα 80 εκατομμύρια ψυχές. Και δεν είναι μόνο οι Αφρικανοί, οι εξ ιεραποστολής Ορθόδοξοι από την Αμερική ως την Άπω Ανατολή, άνθρωποι που είναι από Πυγμαίοι ή Μπαντού μέχρι Εσκιμώοι ή Λάπωνες και από Ινδοί παρίες έως Νοτιοκορεάτες επιχειρηματίες, είναι αναπόδραστα συνδεδεμένοι με το ελληνικό φαινόμενο. Θεωρούν την Ελλάδα πνευματική τους μητέρα. Πόσο μάλλον όταν 30 εκατομμύρια Ασιάτες Κινέζοι ή μη υπολογίζεται ότι θα βαπτισθούν μαζικά Ορθόδοξοι μετά την επιβολή ανεξιθρησκίας στην Κίνα, ελέω των Ολυμπιακών του Πεκίνο το 2008.
Είναι γεγονός ότι μετά από χρόνιο λήθαργο η Ορθοδοξία πλέον μπορεί και διεισδύει όταν τα άλλα χριστιανικά δόγματα σταματούν και να συνεχίζει την πνευματική ανύψωση των πιστών της όταν οι ανατολίτικες δοξασίες στερεύουν από πνευματικότητα. Η γεωπολιτική αναβάθμιση της Ελλάδος μέσω της Ορθοδοξίας φαντάζει πραγματικά προϊόν «Θείας Πρόνοιας», ένα δώρο – ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί επουδενί.
http://www.promethians.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου