Δημοφιλείς αναρτήσεις

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 30, 2009

Αυτοπολιτικής το ανάγνωσμα



Παρακολουθώντας κανείς τον τρόπο που εξελίσσονται οι πολιτικές αντιπαραθέσεις στα τηλεοπτικά παράθυρα, καθώς οδεύουμε στο τέλος της προεκλογικής περιόδου, διαπιστώνει για ακόμη μια φορά, δυστυχώς, την προγραμματική κενότητα, την επικοινωνιακή αλλοτρίωση κ την επιτηδευμένη ανειλικρίνεια των κομμάτων εξουσίας κ όχι μόνο.

Ουδείς γνωρίζει τί ακριβώς σκοπεύουν να κάνουν. Προφανώς ούτε οι ίδιοι οι πολιτικοί αρχηγοί δεν έχουν ξεκάθαρη εικόνα κ δεν τολμούν πια να δεσμευτούν σε κάτι που αργότερα θα το αναιρέσουν. Ή, ακόμη χειρότερα, αυτά που σκέφτονται να κάνουν δεν τολμούν να τα ανακοινώσουν για να μην υποστούν το ανάλογο πολιτικό κόστος.

Έτσι καταφευγουν στη δοκιμασμένη λύση της "ξύλινης γλώσσας", η οποία δεν οφείλεται απλά σε ρητορική φτώχεια των πολιτικών, όπως ορισμένοι νομίζουν, αλλά αποτελεί επιλογή ενός συγκεκριμένου τρόπου έκφρασης, διαμορφωμένου με μαεστρία κ εμπειρία δεκαετιών μέσα στις κομματικές οργανώσεις, προκειμένου να μπορεί κανείς να μιλά, χωρίς ουσιαστικά να λέει τίποτα. Η συνταγή περιλαμβάνει ένα χείμαρρο από κλισέ, αξιώματα, ορολογίες κ συνθηματολογικές φράσεις, τόσο εύλογες κ συνάμα κενές περιεχομένου, ώστε κανείς να μην μπορεί να διαφωνήσει!

Ακόμη κ τώρα, παρά την απελπιστική δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η Ελλάδα, που σε ένα ικανό βαθμό οφείλεται κ σ'αυτήν ακριβώς τη διάσταση μεταξύ κομμάτων κ κοινωνικού ιστού, κανείς δεν τολμάει να μιλήσει ανθρώπινα κ κατανοητά. Χαρακτηρηστικό είναι ότι για τα λάθη των εκάστοτε κυβερνήσεων που μας οδήγησαν εδώ που φτάσαμε, αντί να εξεταστούν διεξοδικά κ να συζητηθούν οι απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις σε όλους τους τομείς του κοινωνικού γίγνεσθαι, αυτό που επιχειρείται είναι να κουκουλωθούν, να ξεχαστούν, στο όνομα μιας δήθεν "καινούριας αρχής". Λες κ οι υπαίτιοι μεταμορφώθηκαν ξαφνικά απ'το ραβδί της νεράιδας του παραμυθιού , από βάτραχοι σε πρίγκηπες.

Οι πολίτες λοιπόν, βρίσκονται πλέον αντιμέτωποι με τη λεγόμενη "αυτοπολιτική". Πρόκειται για το είδος της πολιτικής που ασκείται όταν τα κόμματα λειτουργούν αυτονομημένα από το κοινωνικό ιστό, με αυτοσκοπό όχι την προσφορά στην κοινωνία, αλλά την αναπαραγωγή κ ισχυροποίηση του εαυτού τους. Πρόκειται για νεκρά κελύφη, τα οποία διατηρούνται "βαμπιρίζοντας" τα οφέλη που αποκομίζουν απο το επιχειρηματικό κεφάλαιο, εκμεταλλευόμενα το νευραλγικό ρόλο του ενδιάμεσου που κατέχουν μεταξύ μεγάλων συμφερόντων κ του απλού λαού. Αυτο το ρόλο τον έχουν βαφτίσει με τον τεχνοκρατικό όρο ..."διαχείριση εξουσίας".

Απέναντι στους επαγγελματίες διαχειριστές, το μόνο που μπορούν να αντιτάξουν οι πολίτες, είναι η πίεση "από τα κάτω". Μονάχα η αυτοργανωμένη, μη - κομματική δράση πάνω σε συγκεκριμένους, ρεαλιστικούς κ ευρύτερης αποδοχής κοινωνικούς στόχους μπορεί να επιτύχει τα απαραίτητα σοκ ανάνηψης της απονεκρωμένης πολιτικής ηγεσίας, φέρνωντάς την προ τετελεσμένων γεγονότων, απέναντι στα οποία θα αναγκαστεί να παράγει ευθύτητα απόψεων κ κινήσεις ουσίας.

Στάμος Στίνης

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 29, 2009

Ο νέος δικομματισμός



Toυ Πασχου Mανδραβελη

Ολα δείχνουν ότι η Νέα Δημοκρατία θα χάσει τις επόμενες εκλογές. Οσοι, όμως, πιστεύουν (ή φοβούνται ή ελπίζουν) ότι θα καταρρεύσει πλανώνται πλάνην οικτράν. Ο δικομματισμός φθείρεται συν τω χρόνω, αλλά -προς θλίψη πολλών που ασπάζονται τις νεφελώδεις διακηρύξεις των μικρών κομμάτων- δεν καταρρέει. Εχει ρίζες στην ελληνική κοινωνία, κάτι που απεδείχθη όταν τα δύο κόμματα βρέθηκαν στα χειρότερά τους. Το απέδειξε η ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ μετά τη δημοσκοπική εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ και παρά τους θρήνους και τις θριαμβολογίες πολλών για το τέλος της μεταπολίτευσης, του δικομματισμού και άλλων πολλών.

Ο δικομματισμός, όμως, μπορεί να μην καταρρέει αλλά φθείρεται. Στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές δεν κατέρρευσε το ΠΑΣΟΚ, αλλά πέτυχε ιστορικό χαμηλό. Από την άλλη, κανείς δεν ελπίζει πλέον ότι κάποιο από τα μεγάλα κόμματα θα πετύχει στο μέλλον τα ιστορικά υψηλά 46 - 48% που είδαμε στη δεκαετία του 1980. Αυτό δεν έχει να κάνει ούτε με τους ηγέτες ούτε με το κομματικό προσωπικό, όπως ρηχά αναγιγνώσκουν πολλοί την πολιτική πραγματικότητα. Ο χώρος αναφοράς των μεγάλων κομμάτων έχει αλλάξει, ο τροφοδότης λογαριασμός του δικομματισμού στερεύει.

Ο ελληνικός δικομματισμός είναι απόρροια του μεγάλου κράτους και γι’ αυτό επιβίωναν τα κόμματα ως συνασπισμοί στελεχών με ετερόκλητες απόψεις (εθνικιστές του ΠΑΣΟΚ με τους κοσμοπολίτες εκσυγχρονιστές ή η λαϊκή με τη φιλελεύθερη Δεξιά). Συνεκτικός δεσμός των στελεχών ήταν η διαχείριση του κράτους ή η ελπίδα διαχείρισής του. Συγκολλητική ουσία υπήρξαν οι πελατειακές σχέσεις. Οσο το κράτος ήλεγχε το πουγκί, καλό ήταν να βρίσκεται κάποιος μέσα στο κομματικό μαντρί.

Το μεγάλο κράτος, που υπήρξε τροφοδότης του δικομματισμού, τελειώνει. Οχι γιατί είμαστε στην Ε.Ε., αλλά για αντικειμενικούς λόγους: το οικονομικό μοντέλο που θέλει το Δημόσιο πρωταγωνιστή της οικονομικής δραστηριότητας γίνεται χρόνο με τον χρόνο πιο αντιπαραγωγικό. Ετσι, η ίδια η πραγματικότητα οδηγεί τα κυβερνώντα κόμματα να αθετούν τις υποσχέσεις περί κρατικής δίαιτας πολλών ατόμων και ομάδων. Οι διορισμοί γίνονται όλο και πιο δύσκολοι, οι επιδοτήσεις δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν. Γι’ αυτό και πολλοί οργίζονται και αρχίζουν να ψηφίζουν μικρά κόμματα για να τιμωρήσουν τα μεγάλα. Οχι βέβαια σε ρυθμό κατάρρευσης του συστήματος, αλλά διαρκούς και αισθητής φθοράς του.

Γι’ αυτό ο δικομματισμός πρέπει να αλλάξει για να μη βουλιάξει. Τα κόμματα πρέπει να αλλάξουν για να μη βουλιάξουν. Ειδικά η Ν.Δ. πρέπει να αντιληφθεί τις τεκτονικές αλλαγές που γίνονται στην ελληνική κοινωνία. Οφείλει να επεξεργαστεί θέσεις τις οποίες θα κάνει πολιτικό πρόγραμμα. Καλώς ή κακώς, η σεμνότητα και η ταπεινότητα δεν αποτελούν πολιτική πρόταση για τη διακυβέρνηση μιας χώρας και όσοι κερδίζουν εκλογές με το επιχείρημα «εμείς θα είμαστε ηθικοί» τον πρώτο χρόνο χαίρονται. Το κόμματα δεν είναι καθαρτήρια ψυχών ούτε έχουν κανένα «ηθικόμετρο» για τα στελέχη τους. Τα κόμματα είναι αντανακλάσεις της ελληνικής κοινωνίας, με τα καλά της και τη διαφθορά της. Μπορούν να τη μειώσουν, αλλά όχι να θαυματουργήσουν.

Αυτό όμως που οφείλουν τα κόμματα είναι να προετοιμάσουν τη νέα εποχή και να προετοιμαστούν γι’ αυτήν. Η εποχή των ρουσφετολογικών προσλήψεων, των επιδοτήσεων, των αφειδών υποσχέσεων πέρασε ανεπιστρεπτί. Τα κόμματα πρέπει να επαναδιαμορφωθούν πάνω σε νέες ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές πλατφόρμες. Η λύση μπορεί να είναι η συμμετοχική δημοκρατία που επιχειρεί ο κ. Παπανδρέου στο ΠΑΣΟΚ, μπορεί η προσέγγιση νέων ανθρώπων να γίνεται μέσω του Διαδικτύου. Ολα αυτά έχουν ανιχνευθεί στο εξωτερικό και έχουν εφαρμοστεί· με μικρότερη ή με μεγαλύτερη επιτυχία.

Ο κόσμος αλλάζει με τρομακτικές ταχύτητες και με τις ίδιες ταχύτητες πρέπει να αλλάξουν και τα κόμματα. Είναι θετικό το γεγονός ότι αυτές οι εκλογές γίνονται λιγότερο παραδοσιακά από το παρελθόν. Λείπει η πολλή χαρτούρα, η αφισορρύπανση μειώθηκε (η αξιωματική αντιπολίτευση πέτυχε τεχνικό οφσάιντ με τις αφίσες: σήμερα στους δρόμους υπάρχουν μόνο ο κ. Καραμανλής και ο κ. Καρατζαφέρης), η αντιπαράθεση είναι πιο ήπια. Τα κόμματα μυρίζονται, αν δεν κατανοούν, ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μεγάλες αλλαγές. Αν δεν τις αγκαλιάσουν, θα βουλιάξουν...

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 26, 2009

Χαμένοι στον λαβύρινθο



Δημήτρης Μητρόπουλος

ΤΙ ΕΙΔΟΥΣ ψυχολογία έχει ένας αρχηγός; Είναι φύλλο ανοιχτό; Ή μήπως είναι μια μυστηριώδης φιγούρα; Η διεθνής εμπειρία υποδεικνύει τη σημασία των θεσμών και της πολιτικής κουλτούρας κάθε χώρας.
Ας πούμε, το προεδρικό μοντέλο διαφέρει από την πρωθυπουργικοκεντρική δημοκρατία. Ο πρόεδρος έχει μια απόσταση από το πολιτικό σύστημα. Εκλέγεται από τον λαό, αλλά μετά εργάζεται κυρίως με τους στενούς συνεργάτες του. Αντιθέτως, ο πρωθυπουργός είναι σε αναγκαστική διαρκή τριβή με το Κοινοβούλιο. Άρα, του είναι πιο δύσκολο να κρυφτεί.Οι πρόεδροι της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας προσφέρουν το κλασικό πρότυπο του απόμακρου ηγέτη. Ο Ντε Γκωλ το είχε θεωρητικοποιήσει: ο ηγέτης, κατά την άποψή του, πρέπει να καλλιεργεί το μυστήριο. Το τήρησαν ο Μιτεράν και ο Σιράκ.

Αντίθετα, στις ΗΠΑ η κουλτούρα της διασημότητας οδηγεί στη δημοσιοποίηση κάθε λεπτομέρειας για τη ζωή ενός προέδρου. Ο Λευκός Οίκος καταλήγει να είναι ένα διάφανο σπίτι. Είναι ενδιαφέρον μάλιστα ότι ο νυν Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, λάτρης της αμερικανικής δημόσιας ζωής, έχει υιοθετήσει ένα μοντέλο υπερ-δημοσιότητας, σε αντίθεση με τους προκατόχους του. Αντίθετα, οι πρωθυπουργοί της Βρετανίας, από τη Θάτσερ ώς τον Μπλερ, είναι το πρότυπο του πολιτικού που είναι κάθε στιγμή στο προσκήνιο και προσέρχεται στη Βουλή των Κοινοτήτων κάθε εβδομάδα για να απαντήσει σε ερωτήσεις.

ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ;

Στην Ελλάδα το σύστημα είναι μπάσταρδο. Το μοντέλο είναι πρωθυπουργοκεντρικό, αφού οι διαδοχικές αναθεωρήσεις του Συντάγματος και η πολιτική κουλτούρα έχουν κάνει τον πρόεδρο της Δημοκρατίας διακοσμητικό. Κάποιοι όμως πρωθυπουργοί συμπεριφέρονται σαν πρόεδροι. Το ΄χαν περισσότερο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής του 1974 και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Η αλήθεια είναι πως, ελέω εμπειρίας και ηλικίας, κινήθηκαν σε μεγάλο πολιτικό ύψος. Κατέβηκαν όμως και πολλές φορές στο έδαφος για μεγάλες κινήσεις και ανατρεπτικές τομές.

Αντίθετα, ο Κώστας Μητσοτάκης και ακόμη περισσότερο ο Κώστας Σημίτης, που κυβέρνησε οκτώ χρόνια, έπαιξαν με όρους καθαρά πρωθυπουργικούς δίνοντας μάχη στο τερέν της πολιτικής καθημερινότητας.
Και ο Κώστας Καραμανλής; Ο νεώτερος Καραμανλής υιοθέτησε εξ αρχής έναν μινιμαλισμό δημόσιας παρουσίας που έφθασε τα όρια της κρυψίνοιας. Απέφευγε τις πολλές δηλώσεις και τη δημοσιότητα, ενώ κρίσιμες συσκέψεις δεν γίνονταν καν στο Μαξίμου, αλλά στο πολιτικό γραφείο της Πλουτάρχου, το διαμέρισμα του Λυκαβηττού ή το σπίτι του στη Ραφήνα. Παντοδύναμος Πρωθυπουργός, ο Καραμανλής αποδυνάμωσε τη Βουλή, ενώ δημιούργησε ανάμεσα στον ίδιο και το πολιτικό σύστημα μια επίπλαστη προεδρική απόσταση. Το Υπουργικό Συμβούλιο, ας πούμε, συνεδρίαζε δύο φορές τον χρόνο για πανηγυρικούς κυρίως λόγους, ενώ μόνο μια φούχτα επιλεγμένων υπουργών, που μετείχαν στην Κυβερνητική Επιτροπή, έβλεπαν κάθε εβδομάδα τον Πρωθυπουργό.

ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΣΤΟ πού οδήγησαν όλα αυτά. Το απόγευμα της 2ας Σεπτεμβρίου οι της Ν.Δ. δεν γνώριζαν αν θα προκηρυχθούν εκλογές. Οι μεν έψαχναν να δουν αν έχει ειδοποιηθεί η ΕΡΤ, οι δε είχαν στήσει καρτέρι στην Προεδρία της Δημοκρατίας και κάποιοι άλλοι προσπαθούσαν να μάθουν αν έχει κρατηθεί ΦΕΚ. Οι γκω λικοί λένε πως η προσωπικότητα του ηγέτη είναι λαβύρινθος. Σύμφωνοι. Αν όμως δεν είσαι Ντε Γκωλ, μπορεί να χαθείς. Και πράγματι στον εσωτερικό λαβύρινθο του απερχόμενου Πρωθυπουργού χάθηκαν τα σκάνδαλα, η οικονομική πολιτική και τελικά η Ν.Δ.

Το ζητούμενο είναι να βγει από τον λαβύρινθο η χώρα και να γλιτώσει από τον Μινώταυρο της κρίσης. Αυτό προϋποθέτει, πέραν των αναγκαίων πολιτικών επιλογών, και ένα άλλο μοντέλο ηγεσίας.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 25, 2009

Το Κλιμακοστάσιο της Πολιτικής



Tου Φώτη Γεωργελέ

Είμαστε στις σκάλες και συζητάμε για εκλογές. Εκεί γίνονται οι πολιτικές συζητήσεις αυτό τον καιρό, στις σκάλες που βγαίνουμε να κάνουμε ένα τσιγάρο. Κάποιοι, ακόμα και σ’ αυτές τις εκλογές που έχουν μεγάλη σημασία, δεν θέλουν να πάνε να ψηφίσουν, θα κάνουν αποχή.
Τους νιώθω αλλά δεν τους καταλαβαίνω, νόμιζα ότι αυτές οι συζητήσεις αφορούν θέματα λυμένα εδώ και δεκαετίες. Αλλού, όχι εδώ. Σ’ αυτή τη χώρα ο πολιτικός διάλογος ανακυκλώνει συνεχώς το ρεπερτόριο της δεκαετίας του ’70, αρνείται να αντιμετωπίσει τα σημερινά προβλήματα.

Θα ψηφίσω ένα κόμμα, λέγοντας συνεχώς από μέσα μου και όλα τα αντίθετα επιχειρήματα για να μην το κάνω. Θα το κάνω όμως γιατί αυτή τη στιγμή αυτό μου φαίνεται η καλύτερη επιλογή. Ακόμα κι αν δεν το ψήφιζα, έχω μια-δυο εναλλακτικές. Με μεγαλύτερη γκρίνια ίσως και ακόμα λιγότερες αυταπάτες, αλλά θα ψήφιζα. Έτσι δεν κάνουμε στην κανονική μας ζωή; Οι άνθρωποι δημιουργούν τη ζωή τους, αλλά όχι όπως τη θέλουν. Δεν ζούμε στα όνειρά μας, κάνουμε επιλογές, συμβιβασμούς, χρησιμοποιούμε τα υλικά που βρίσκουμε, προσπαθούμε να τα αλλάξουμε, να δημιουργήσουμε καινούργια. Αλλάζουμε δουλειές, αλλάζουμε σπίτια, συντρόφους, μετανιώνουμε, προσπαθούμε, ξέρουμε ότι αυτό που πιστεύουμε σωστό τη μια στιγμή της ζωής μας, αργότερα θα το αναθεωρήσουμε, θα είναι λάθος, θα θέλουμε κάτι άλλο. Μόνο οι πιστοί πιστεύουν στις απόλυτες αλήθειες, στις αιώνιες.
Δεν θα ψηφίσει, μου λέει, λίγο αυτάρεσκα, γιατί «κανένα κόμμα δεν τον εκφράζει». Δεν το καταλαβαίνει αλλά η επιχειρηματολογία του είναι βγαλμένη εντελώς από αυτή τη νοοτροπία την οποία υποτίθεται καταδικάζει. Είναι λογική του προηγούμενου αιώνα, του αιώνα των μεγάλων ψευδαισθήσεων, της ουτοπίας, των απόλυτων λύσεων. Τότε που πιστεύαμε ότι τα κόμματα είναι φορείς της απόλυτης αλήθειας, ότι έχουν τις συνολικές λύσεις για τον κόσμο, και μεις, οπαδοί-πιστοί, αρκεί να στρατευτούμε και να τα υποστηρίξουμε μέχρι την τελική λύση. Η αντίληψη της πολιτικής ως θρησκείας. Ευτυχώς, ο κόσμος μας είναι πιο πολύπλοκος απ’ αυτό, έχει περισσότερες αποχρώσεις, ο σημερινός πολίτης κάνει επιλογές, αποφασίζει, με κάθε του κίνηση επηρεάζει και επηρεάζεται. Δεν μένει αμέτοχος. Η κρυμμένη αυταρέσκεια της απόσυρσης είναι, σε τελική ανάλυση, η πιο συντηρητική στάση. Αφού δεν είναι όλα όπως τα ήθελα εγώ, αφού δεν μου δίνεις όσα υποσχέθηκες και γω σου γυρνάω την πλάτη.
Η αποχή είναι συντηρητική επιλογή, διαιωνίζει την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων. Το σύστημα δουλεύει ακόμα κι αν ψηφίζει το μισό του εκλογικού σώματος και λιγότερο. Η αποχή γερνάει το εκλογικό σώμα, οι πιο ηλικιωμένοι ψηφίζουν και αποφασίζουν για τη ζωή που θα ζήσουν οι νεότεροι. Τιμωρούν τον εαυτό τους πιστεύοντας ότι διαχωρίζουν τη θέση τους από έναν κόσμο που δεν τους αρέσει. Στην πραγματικότητα τον αναπαράγουν.

Κάποιοι άλλοι γοητεύονται από εκείνους που περιγράφουν την καθημερινότητα με τα μελανότερα χρώματα. Όσο πιο πολύ φωνάζεις, όσο πιο πολύ καταγγέλλεις, τόσο πιο ελκυστικός είσαι, τόσο πιο κοντά σ’ αυτό που πιστεύουν οι ψηφοφόροι. Μοιάζει λογικό. Αν δεν μας αρέσει η δημόσια ζωή της χώρας, προτιμάμε αυτούς που την καταγγέλλουν σκληρότερα, απόλυτα, με τις πιο βαριές εκφράσεις. Μοιάζει λογικό αλλά δεν είναι. Γιατί αυτό είναι δικιά μας δουλειά, οι πολίτες διαμαρτύρονται και καταγγέλλουν. Ο Τύπος αποκαλύπτει και καταγγέλλει. Τα πολιτικά κόμματα τα πληρώνουμε για να κάνουν άλλη δουλειά. Για να επεξεργάζονται, να παράγουν και να προτείνουν λύσεις στα προβλήματα της κοινωνίας μας. Τα κόμματα που φωνάζουν αλλά δεν προτείνουν λύσεις ή υπόσχονται εύκολες λύσεις είναι κακά κόμματα, είναι τα κόμματα του λαϊκισμού. Σ’ αυτή τη χώρα όλοι καταγγέλλουν, ακόμα και ο πρωθυπουργός της χώρας, αυτός που κυβερνάει, μας λέει πόσο άσχημα είναι τα πράγματα.
Κόμματα και πολιτικοί επιβιώνουν, κάνουν καριέρες, διαμαρτυρόμενοι. Καταγγέλλουν. Φρίττουν. Διεκτραγωδούν. Συμπονούν. Έχουν να μας πουν χιλιάδες ιστορίες αδικίας, εκμετάλλευσης και γραφειοκρατικής τρέλας. Μας αρέσει, γιατί ακούμε από δημόσια πρόσωπα να λένε αυτά που λέμε και μεις. Και συγχρόνως μας ξεγελάει. Γιατί ξεχνάμε ότι δεν είναι αυτή η δουλειά τους, ότι όσο πιο πολύ φωνάζουν, τόσο λιγότερο λένε τι προτείνουν αυτοί.
Άλλωστε, το να καταγγέλλεις τα κακώς κείμενα δεν είναι αυτομάτως τεκμήριο ότι είσαι στη σωστή πλευρά. Οι αγιατολάδες καταγγέλλουν τη διαφθορά και την παρακμή των δικών τους χωρών για να επιβάλουν την επιστροφή στο μεσαίωνα. Ο Χίτλερ και ο φασισμός κατήγγειλαν τις αστικές δημοκρατίες του μεσοπολέμου για να οδηγήσουν τον πλανήτη στην πιο αιματηρή του περιπέτεια. Ακροδεξιές συμμορίες, τρομοκράτες, θρησκόληπτοι ταλιμπάν έχουν πολλά επιχειρήματα για να προετοιμάσουν ένα εφιαλτικό μέλλον. Ο κόσμος μας έχει πολλά ελαττώματα. Μόνο που η δικιά τους λύση είναι πολύ χειρότερη.
Η ελληνική κοινωνία αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή δεν έχει άλλη ανάγκη από διαμαρτυρίες. Καταναλώσαμε ήδη αρκετή δόση. Αυτό που έχουμε ανάγκη τώρα είναι οι πολιτικές προτάσεις που θα σταματήσουν την κατηφόρα, θα δώσουν στόχο και αυτοπεποίθηση στην κοινωνία για να ξαναρχίσει την αντίστροφη πορεία της δημιουργίας.
Αυτό όμως είναι μια συζήτηση που όπως φαίνεται θα ξεκινήσει την επομένη των εκλογών. Προεκλογικά ο διάλογος για τα πραγματικά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας έμοιαζε πολυτέλεια. Δεν πειράζει, όπως λένε οι Α.Α. και τα άλλα παρεμφερή γκρουπ-θέραπι, ένα πράγμα τη φορά, ένα βήμα κάθε μέρα. Η πραγματική συζήτηση θα γίνει μετά, δεν μπορεί να μη γίνει. Όμως σ’ αυτή τη συζήτηση δεν θα κριθούν μόνο τα κόμματα. Θα κριθεί και η ίδια η κοινωνία, θα δείξει τι κατάλαβε, αν είναι διατεθειμένη να αντιδράσει, πόσο ώριμη είναι να αλλάξει.

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 23, 2009

Οι ελπίδες της επόμενης μέρας



Πάσχος Μανδραβέλης

Τα αδιέξοδα της χώρας είναι ορατά. Τα βλέπουμε, δίπλα μας στα πεζοδρόμια με τα βουνά των σκουπιδιών. Στο κέντρο της πόλης, όπου δεν μπορούμε να κυκλοφορήσουμε, είτε έχει πορεία είτε όχι. Στη Βουλή, που έγινε η ισχυρότερη συντεχνία του τόπου. Στην αδιέξοδη συζήτηση που έχει ως θέμα «τι είν’ η πατρίδα μας; Μην είναι η σημαία;». Στην οικονομία, όπου τα ελλείμματα διογκώνονται. Στην Παιδεία. Παντού...

Η χώρα αυτή που ασπάστηκε με θρησκευτικό ζήλο ορισμένα –εθνικιστικά κι αριστερίστικα– δόγματα, βλέπει μπροστά της τείχη. Στο Δημόσιο βλέπει κάθε χρόνο μια διοικητική αναδιάρθρωση, αλλά προκοπή δεν βλέπει. Στον πόλεμο κατά της διαφθοράς είδε κατάρες και την αδιαφάνεια να φουντώνει και να κατακερματίζεται σε διάφορα επίπεδα. Βλέπει μισές πρωτοβουλίες για τη λύση των προβλημάτων, οι οποίες καταλήγουν να γίνονται μέρος των προβλημάτων.

Η χώρα χρειάζεται μια καινούργια αρχή. Οφείλει να αποτινάξει τους κόμπους και να διορθώσει τα σφάλματα του παρελθόντος, που μπλοκάρουν ολόκληρο το σύστημα. Πρέπει κατ’ αρχήν να επανεξετάσει όλα τα «ιερά και όσια» που γαλούχησαν τη γενιά του λαϊκισμού. Πρέπει να ξαναδεί το κράτος ως αναγκαίο κακό και όχι ως μάννα εξ ουρανού. Το κράτος μεταθέτει εντός της κοινωνίας προβλήματα. Δεν τα λύνει. Χειρότερα: πολλές φορές τα διογκώνει. Τα τεράστια υπουργεία με τους χιλιάδες υπάλληλους και τους γκρίζους διαδρόμους είναι σφηκοφωλιές διαφθοράς. Χρειάζεται ριζική αποκέντρωση αρμοδιοτήτων προς κάθε κατεύθυνση. Τα πανεπιστήμια να διαφεντεύουν τα της εκπαίδευσης που παρέχουν (κι αν δεν τα καταφέρνουν, να υποβαθμίζονται και να κλείνουν), η Τοπική Αυτοδιοίκηση να παρέχει κοινωνικές υπηρεσίες, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις να προσφέρουν τα αγαθά και τις υπηρεσίες που χρειάζεται η αγορά. Δεν έχει νόημα ένα συγκεντρωτικό κράτος που θα προσπαθεί να κάνει τα πάντα, αλλά τελικά δεν θα καταφέρνει τίποτε.

Πρέπει να ξαναδεί την Ελλάδα χωρίς συμπλέγματα και φοβίες του παρελθόντος. Με την ιστορία οδηγό και όχι παραλυτικό δυνάστη του. Πρέπει να ξαναβρεί το νήμα της πλούσιας παράδοσης αυτού του τόπου. Ως πηγή έμπνευσης και όχι σαν παπαγαλία του παρελθόντος. Οπως έκαναν τη δεκαετία της νεοελληνικής αναγέννησης Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Ελύτης και λοιποί. Πρέπει να ξαναβρεί το δρόμο της στα μονοπάτια της Δύσης, κουβαλώντας την πλούσια κληρονομιά της Ανατολής.

Η Ελλάδα χρειάζεται μια καινούργια αρχή και οι επόμενες εκλογές είναι μια καλή πρώτη ευκαιρία. Δεν θα γίνει παράδεισος· δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο και σ’ ολόκληρη την ιστορία που να έγινε παράδεισος· όλες έχουν προβλήματα. Το θέμα είναι να δούμε τα προβλήματα ως ευκαιρίες για να πετύχουμε περισσότερα, να ζήσουμε καλύτερα.

Πρέπει επιτέλους να αποτινάξουμε τη μιζέρια και την εύκολη ανατολίτικη κριτική. Η Ελλάδα, όποτε μεγαλούργησε, συμμάχησε με τη Δύση, είδε τι έκαναν καλά οι Φράγκοι και τα προσάρμοσε στην ελληνική πραγματικότητα.

Η χώρα χρειάζεται ιδέες και τόλμη για να αλλάξουν τα πράγματα. Χρειάζεται την τρέλα εκείνων που έχουν άγνοια κινδύνου και επιχειρούν. Χρειάζεται εκείνους τους ανθρώπους που θα τολμούν να ονειρεύονται, που θα προτείνουν πράγματα για τα οποία λέμε «αυτά τα πράγματα δεν γίνονται στην Ελλάδα».

Χρειάζεται ριζική ανανέωση του πολιτικού δυναμικού. Οχι μόνο στην ηλικία, αλλά στις αντιλήψεις και τις γνώσεις. Χρειαζόμαστε μια Βουλή εγγράμματων και προκομμένων πολιτών. Πρώτον, για να καταλαβαίνουν τι ψηφίζουν και, δεύτερον, να μη φοβούνται πως αν βρεθούν εκτός πολιτικής θα είναι άνεργοι. Το θεσμικό πλαίσιο, βέβαια, που φτιάξαμε δεν βοηθάει για το τελευταίο, αλλά μπορούμε εμείς οι ψηφοφόροι να προσπαθήσουμε για μια ριζική ανανέωση του δυναμικού. Χρειαζόμαστε πολιτικούς με ευρείς ορίζοντες, φιλελεύθερους τολμητίες που δεν θα σύρονται πίσω από τις στιγμιαίες εκρήξεις της μάζας, που θα μας πουν τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη. Και κυρίως, χρειαζόμαστε πολιτικούς που δεν θα σκιάζονται για το πολιτικό τους αύριο, επειδή θα έχουν μέλλον μπροστά τους και όχι παρελθόν πίσω τους.

Μόνον οι νέοι μπορούν να το κάνουν αυτό. Ας τους δώσουμε μια ευκαιρία να βοηθήσουν στο συμμάζεμα της χώρας..

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 18, 2009

Νέο όραμα για την κεντροδεξιά



Η ευρύτερη κεντροδεξιά χρειάζεται ένα πιο έντονο, ξεκάθαρο και ανανεωτικό πολιτικό-ιδεολογικό στίγμα. Χρειάζεται μια στροφή στην πολιτική, έναν πολιτικό λόγο με περιεχόμενο και ιδέες, προτάσεις και αξίες που θα δώσουν ουσία στην ίδια την άσκηση της πολιτικής, η οποία δεν θα εξυπηρετεί απλά πρόσκαιρες επικοινωνιακές τακτικές.

Μια πραγματιστική πολιτική που θα δώσει λύση στα καθημερινά προβλήματα του πολίτη ενώ παράλληλα θα συνδυάζει ένα πολιτικό όραμα που εμπνέει το λαό και κινητοποιεί τις μάζες προϋποθέτει την ύπαρξη ενός πολιτικού φιλοσοφικού περιεχομένου, τον οποίο η παράταξη της Νέας Δημοκρατίας (εφόσον εκφράζει τον χώρο αυτό) πρέπει να αποσαφηνίσει για να μπορέσει να επικρατήσει ( και να αμυνθεί) στον πόλεμο των ιδεών που θα καθορίσει το μελλοντικό πολιτικό σκηνικό της χώρας. Πρόκειται για μια απαραίτητη εξέλιξη καθώς ο ευρύτερος χώρος της κεντροδεξιάς στην Ελλάδα έχει παραχωρήσει τον ιδεολογικό στίβο στους πολιτικούς της αντιπάλους χωρίς να προτάσσει τα ανώτερα ιδεολογικά «όπλα» τα οποία κατέχει.

Παρωχημένες πολιτικές αντιλήψεις και στερεότυπα, ενοχικά κατάλοιπα, ατολμία και εσωτερική σύγχυση δεν έχουν επιτρέψει στη Νέα Δημοκρατία και στον ευρύ πολιτικό χώρο που εκφράζει την μετωπική ιδεολογική αντιπαράθεση της με τους πολιτικούς της αντιπάλους που θα ωφελήσει και θα ανανεώσει τον πολιτικό λόγο και μόνο θετικά αποτελέσματα θα αποφέρει στο κοινωνικό σύνολο της χώρας. Η επικοινωνία έχει αντικαταστήσει την πολιτική, αντί δηλαδή η επικοινωνία να λειτουργεί ως μέσο για την επίτευξη πολιτικών στόχων, έχει γίνει αυτοσκοπός και αυτή καθορίζει την πολιτική ατζέντα. Έχουμε ένα «apolitical» πολιτικό σκηνικό στο οποίο την πολιτική ατζέντα καθορίζει η Αριστερά, η οποία κατέχει δυσανάλογη πολιτική επιρροή σε σχέση με τα εκλογικά ποσοστά της.

Η παράταξη της Νέας Δημοκρατίας χαρακτηρίζεται από οπαδούς της ως «Φιλελεύθερη» χωρίς αυτό να ισχύει τουλάχιστον για όσους αυτοχαρακτηρίζονται φιλελεύθεροι, ενώ πολιτικοί της αντίπαλοι την χαρακτηρίζουν ως «συντηρητική» παράταξη, χαρακτηρισμός που ούτε αυτός ισχύει ούτε γίνεται αποδεκτός από μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων της.

Η ιδεολογική ταυτότητα που αναζητά η Νέα Δημοκρατία και η οποία μπορεί να δώσει νέα ορμή στο όραμα και την ελπίδα, να επαναφέρει την πολιτική στο προσκήνιο και να θέσει στον πυρήνα της τον πολίτη και την πρόοδο της χώρας ενώ παράλληλα θα συνάγει με την δημοκρατική και ευρωπαϊκή παράδοση της παράταξης είναι ένας συνδυασμός κοινωνικού φιλελευθερισμού και συντηρητισμού, ενός Νέου Συντηρητισμού. Ο όρος Νέος Συντηρητισμός πιστεύω πως είναι ο πιο δόκιμος για μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή, δημοκρατική και φιλελεύθερη παράταξη που εκφράζει τον ευρύ και πλουραλιστικό χώρο του κεντροδεξιάς αν και γνωρίζω την παρανόηση και συκοφάντηση που θα γνωρίσει ο όρος στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα.

Ο Νέος αυτός Συντηρητισμός θα πρέπει να διέπεται από μια ολοκληρωμένη προσέγγιση απέναντι στην πολιτική και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κοινωνία μας την εποχή αυτή. Στην ουσία πρόκειται για ένα ευρύ πνευματικό κίνημα το οποίο θα πρέπει να εκφράσει τον ευρύτερο κεντροδεξιό χώρο, αναδεικνύοντας τις προτάσεις και το όραμα του καθώς και τις αντιθέσεις του έναντι άλλων πολιτικών χώρων. Ο Νέος Συντηρητισμός θέτει την πολιτική σε πρώτιστη σημασία.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αναπτυχθεί και ένας αντισυμβατικός πολιτικός λόγος, ο οποίος δεν θα φοβάται να έρθει σε αντίθεση με στερεοτυπικές και στάσιμες πολιτικές απόψεις οι οποίες εγκλωβίζουν τον πολιτικό διάλογο της χώρας μας. Θα πρέπει να αναπτυχθεί ένας φρέσκος λόγος ο οποίος θα πηγάζει από τις αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού και του σύγχρονου συντηρητισμού, ο οποίος θα αναλάβει την πρωτοβουλία των ιδεολογικών και πολιτικών εξελίξεων, όπως οφείλει άλλωστε και να φύγει από το κλίμα ηττοπάθειας που χαρακτηρίζει τον κέντρο δεξιό πολιτικό λόγο της πατρίδας μας. Σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία δεν νοείται να χαρακτηρίζεται προοδευτική μια δογματική και φοβική αριστερά, ούτε να προσφέρεται ως μοντέρνα εναλλακτική ο σοσιαλισμός και άλλα εξομοιωτικά πρότυπα. Ο πολιτικός λόγος και το κομματικό σύστημα που έχει επικρατήσει από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα χαρακτηρίζεται από αγκυλώσεις και δογματισμό που με την παράλληλη ιδεολογική επικράτηση της Αριστεράς έχουν δημιουργήσει ένα ιδιότυπο πολιτικό περιβάλλον, συντηρητικό και φοβικό σε νοοτροπία, με μια έντονη εσωστρέφεια που διέπεται από αντί-ευρωπαικά και αντί-δυτικά σύνδρομα. Χαρακτηριστικό είναι πως αν και πολλές φορές παρακολουθούμε το πολιτικό σύστημα της Γαλλίας, μιμούμαστε συνθηματολογία και καταστάσεις και αναφερόμαστε στη Γαλλική Αριστερά, αγνοούμε πλήρως την συντηρητική και Γκωλική παράδοση της χώρας καθώς και την πνευματική δεξιά που διαθέτει. Πρέπει να είμαστε ίσως το μοναδικό ευρωπαϊκό κράτος όπου ένας πολίτης διστάζει ή γνωρίζει αποδοκιμασία αν αυτοχαρακτηριστεί δεξιός. Στην Ελλάδα ο δεξιός παρουσιάζεται με ουρά και κέρατα ενώ ο φιλελευθερισμός μοιάζει με μια ασθένεια από την οποία κινδυνεύουν ακόμα και τα μικρά παιδιά.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μείναμε χαρακτηριστικά πίσω στις ιδεολογικές και πολιτικές προκλήσεις που αντιμετώπισαν άλλες δυτικές χώρες. Η Ελλάδα ακόμα πορεύεται στο μέλλον με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν.

Ο Νέος Συντηρητισμός έχει φιλελεύθερη καρδιά και συντηρητικό μυαλό. Τα δυο αυτά όργανα ισορροπούν μεταξύ τους, το μυαλό συγκρατεί την επαναστατικότητα, αισιοδοξία και αμφισβήτηση του φιλελευθερισμού ενώ η καρδιά δίνει πνοή και ενέργεια στο ώριμο, φιλοσοφημένο και εγκρατή συντηρητισμό. Ο Νέος Συντηρητισμός είναι μια πολιτική πρόταση που έχει σκοπό όχι μόνο να ενώσει αλλά και να αναδείξει δυναμικά τον ευρύτερο κεντροδεξιό χώρο και το βαθύ φιλοσοφικό του υπόβαθρό, το οποίο και οφείλει να πρωταγωνιστήσει στο πολιτικό σκηνικό της χώρας μας.

Δημήτρης Κάζης

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 17, 2009

Ποια Ελλάδα θέλουμε;



Μια ερώτηση με απαντήσεις που συγκλίνουν εντυπωσιακά.

ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ

Στις παρέες μας όλοι συμφωνούμε πως «δεν πάει άλλο». Οι πιο απογοητευμένοι έχουν κλειστεί ολότελα στον εαυτό τους, και γύρω από αυτόν έχουν φτιάξει, ή πασχίζουν να φτιάξουν έναν άλλον, μικρό κόσμο, γιατί «ετούτη η χώρα έχει τελειώσει», λένε. Γκρινιάρηδες, μίζεροι, απαισιόδοξοι..., πείτε τους όπως θέλετε. Αλλά βρείτε μου έναν ευχαριστημένο άνθρωπο στην Ελλάδα (και μιλάμε για άνθρωπο νορμάλ, όχι του «συστήματος», λαμόγιο και βολεμένο), και θα του στήσω άγαλμα δίπλα στον Άγνωστο Στρατιώτη. Στην ερώτηση «ποια Ελλάδα θέλουμε;», οι απαντήσεις όλων συγκλίνουν. Λέμε, πάνω-κάτω, αυτά που λένε και οι μπροστάρηδες της πολιτικής μας.

Μια δίκαιη Ελλάδα.
Μια ανθρώπινη Ελλάδα.
Μια πράσινη Ελλάδα.


Χωρίς μίζες και μιζαδόρους. Χωρίς ρουσφέτια και πελατειακές σχέσεις. Με σεβασμό στην εργασία του καθένα. Με παιδεία υψηλού επιπέδου, ελεύθερη από όλους και απ' όλα. Με ιατρική στην υπηρεσία του αρρώστου και όχι του μεσάζοντα και των αεριτζήδων. Με εξωτερική πολιτική σοβαρή, κ.λπ., κ.λπ... Τα ξέρετε καλά!

Στην πράξη, όμως, που αντικατοπτρίζεται από την καθημερινή συμπεριφορά και δραστηριότητά μας, η Ελλάδα που λέμε ότι θέλουμε δεν είναι αυτή που οι περισσότεροι από εμάς σήμερα, και κάθε μέρα, συντηρούμε στα τωρινά της «βολικά χάλια». Θέλουμε μια Ελλάδα που θα αλλάξει, χωρίς όμως να αλλάξουμε εμείς. Δεν πάει άλλο αυτό το πράγμα. Είναι αστείο. Και κρατάει χρόνια τώρα. Εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες δεν εμπνέονται από το υπάρχον πολιτικό τοπίο. Πολλοί από αυτούς, συνειδητά, και όχι για λόγους... παραλίας, επιλέγουν την αποχή. Είναι υγιής αυτή η επιλογή τους και φέρει μια σαφή πολιτική ερμηνεία: θα ψηφίσουμε μόνο εκείνους που θα μας πείσουν ότι μπορούν υπεύθυνα να κυβερνήσουν τον τόπο.

Στη Γερμανία, οι δύο μεγάλοι εχθροί, χριστιανοδημοκράτες και σοσιαλδημοκράτες, έβαλαν στην άκρη πριν μερικά χρόνια τις διαφορές τους και είπαν «είμαστε σε παγκόσμια κρίση, η χώρα μας χρειάζεται πολιτική σταθερότητα και συναίνεση, να παρθούν από κοινού σκληρές αποφάσεις και να πείσουμε γι' αυτές τον κόσμο, και πρέπει για πέντε-έξι χρόνια να πορευτούμε μαζί». Αυτό είναι υπεύθυνη στάση υπεύθυνης χώρας, που διοικείται από υπεύθυνους πολιτικούς και έχει υπεύθυνους πολίτες. Το «άλλο», το «δεν ψηφίζω τον Παπούλια», το «εμείς θα εξαντλήσουμε την τετραετία», «το προέχει να πέσει αυτή η κυβέρνηση», το «φτάνει πια», και άλλα παρόμοια ηχητικά τίποτα είναι ο καθρέφτης αστείας χώρας, αστείων πολιτικών και, φοβούμαι να πω, αστείων πολιτών (αφού πάλι θα τρέξουμε να ψηφίσουμε «μία από τα ίδια»). Άδικα, πονηρά, έως και γελοία εκλογικά συνθήματα δεν αντικατοπτρίζουν ποτέ την καθαρή βούληση του λαού και οδηγούν πάντα στον σχηματισμό κυβερνήσεων πριμοδοτημένων. Αυτό, εάν προστεθεί και στην εμμονή μας στα υποτιθέμενα οφέλη που τάχα θα έχει για τον τόπο όχι μια ισχυρή κυβέρνηση αλλά μια μονοκομματική κυβέρνηση, έχει παράξει τα κυβερνητικά εκτρώματα που έχουμε δοκιμάσει όλα αυτά τα χρόνια.

Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι έχει αφαιρέσει από το μυαλό του κάθε Έλληνα τη σκέψη ότι κάποιες φορές, όπως έχουν κάνει άλλες χώρες της Ευρώπης, αξίζει και πρέπει να βάλεις στην άκρη τις κομματικές προτιμήσεις, διαφορές και ιδεολογίες σου, ιδίως σε περιόδους κρίσης όπως τώρα, και να μάθεις να συνεργάζεσαι με τους άλλους. Πολλοί από αυτούς που φωνάζουν ότι θέλουν μια άλλη Ελλάδα, καλύτερη, υποτίθεται, από αυτήν που έχουμε τώρα, αυτοδιαψεύδονται με την καθημερινή τους ζωή. Ένας φίλος μου εξακολουθεί να υπερηφανεύεται ότι καπνίζει σε μέρη όπου απαγορεύεται. Ένας άλλος λέει ότι μπαίνει καθημερινά στον δακτύλιο και δεν τον έχουν πιάσει ποτέ. Μια φίλη, που έδωσε παλιό σπίτι στο Ψυχικό για αντιπαροχή και πήρε μετρητά και μεζονέτες, κοκορεύεται πως άκουσε τον Μηχανικό της και λάδωσαν στην Πολεοδομία, ώστε να κλείσουν ένα χώρο που διά νόμου έπρεπε να μείνει ακάλυπτος. Ένας συγγενής, διορισμένος εκπαιδευτικός, που κάνει και ιδιαίτερα μαθηματικών στα βόρεια προάστια, χρεώνει 100 ευρώ την ώρα και είναι «φουλ για φέτος», 6 ώρες την ημέρα, μου δείχνει την φορολογική του δήλωση και γελάει.

Όλοι αυτοί, κι εγώ μαζί τους, βρίζουμε την Ελλάδα του σήμερα, λέμε ότι «δεν πάει άλλο», και θέλουμε αλλαγή. Όχι, όμως, του εαυτού μας. Φτου μας!

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 10, 2009

Χωρίς ανάσα



Του ΝΙΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ

Στο μικρό διαμέρισμα της Πλουτάρχου τα πρόσωπα είναι σκυθρωπά. Όλος ο σκληρός πυρήνας που στήριζε από το 1997 τον Κώστα Καραμανλή βρίσκεται εκεί. Μάτια κουρασμένα και δάκτυλα κίτρινα από το τσιγάρο. Το προηγούμενο βράδυ ο μέχρι και χθες πρωθυπουργός είχε παραδεχθεί μεν την ήττα του, ήττα ιστορική για τη Νέα Δημοκρατία, αλλά δεν είχε δεσμευθεί ως προς τα επόμενα βήματά του. Τα φώτα στο γραφείο της Ντόρας Μπακογιάννη στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου δεν έσβησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της μεγάλης νύχτας.

Η ομάδα κρούσης

Γύρω στις επτά το πρωί, τρία γνωστά πρόσωπα εμφανίστηκαν σχεδόν μαζί, σαν να είχαν κλείσει ραντεβού, στο γκισέ της Lufthansa στο Ελευθέριος Βενιζέλος. Βιαστικές καλημέρες και γκριμάτσες αγωνίας. Ο Στουρνάρας, ο Γιαννίτσης και ο Σπράος έπιαναν δουλειά εκείνο το πρωί της 5ης Οκτωβρίου. Ήταν η «ομάδα των τριών» που θα αναλάμβανε τις επαφές σε Βρυξέλλες, Παρίσι, Λονδίνο και Ουάσιγκτον για το restructuring του χρέους της χώρας. Η αποστολή ήταν καθαρά ανεπίσημη και με προφορική εντολή του Γ. Παπανδρέου. Και οι τρεις συνεννοούνταν με απλές κινήσεις των βλεφάρων. Ήξεραν καλά τη δουλειά από τότε που, χωρίς κανείς να γνωρίζει λεπτομέρειες, ανέλαβαν να διαχειριστούν την είσοδο της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Όχι πως και τότε δεν υπήρχαν δυσκολίες. Η σημερινή κατάσταση ωστόσο ξεπερνούσε και τα πιο εφιαλτικά όνειρά τους. Το μεσημέρι θα ορκιζόταν η νέα κυβέρνηση.

Εφιάλτης ήταν και πέρασε

Ο καφές άφηνε μία περίεργη γεύση στο στόμα. Κάτι σαν χαλκός. Ο Αλέξης Τσίπρας κατέβασε μια γουλιά, άνοιξε το παραθυρόφυλλο και σχημάτισε έναν αριθμό στο μαύρο πάνελ της τηλεφωνικής συσκευής του. Τελικά η ίδια η πολιτική είναι ένα «αδειανό πουκάμισο» σκέφτηκε. Δεν ήθελε να μιλήσει ούτε με τα στελέχη ούτε με τους πολιτικούς φίλους του. Ένα τον ένοιαζε. Να κατορθώσει μέσα στο ίδιο του το μυαλό και την ψυχή να εξηγήσει το απίστευτο ρεκόρ για το οποίο ήταν και αυτός υπεύθυνος. Το πώς δηλαδή μέσα σε ένα χρόνο, ένας κόσμος δυναμικός, νέος σε ηλικία, πολιτικοποιημένος και ευαίσθητος γύρισε την πλάτη σε ένα εγχείρημα που, τουλάχιστον στην πρώτη φάση του, υποσχόταν πολλά.
Ο «πρόεδρος» δεν είχε κλείσει μάτι. Το πρόβλημά του δεν ήταν βέβαια σαν αυτό του Καραμανλή, να διαχειριστεί μια συντριπτική ήττα. Το πρόβλημά του επικεντρωνόταν στο να διαχειριστεί μια εντυπωσιακή νίκη. Με το 10% ήταν πανηγυρικά το τρίτο κόμμα στη Βουλή. Βέβαια κανείς δεν ήξερε ή δεν φανταζόταν πως, μια τέτοια μέρα προσωπικού θριάμβου, αυτό που τον απασχολούσε δεν ήταν η ενίσχυση του ΛΑΟΣ και τα κοινοβουλευτικά παίγνια αλλά η ίδια η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας. Ο Γιώργος Καρατζαφέρης ήξερε μέσα του πως το εγχείρημα ΛΑΟΣ μόλις τελείωνε. Το εγχείρημα «άλωση της Ρηγίλλης» μόλις άρχιζε.

Η μοναξιά του ηττημένου

Τα μάτια του Προκόπη Παυλόπουλου ήταν κατακόκκινα. Κοίταξε τον αρχηγό και μέτρησε τα λόγια του. «Με τέτοιου μεγέθους ήττα είναι αδύνατο να ελέγξουμε τις εξελίξεις στο κόμμα. Κανείς δεν θα μας στηρίξει. Ο Σουφλιάς θα λακίσει από σήμερα, “τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι”, ο Αβραμόπουλος θα σφαχτεί με την Ντόρα. Ο Αντώνης θα παραμείνει ήρεμος, επιχειρώντας να κερδίσει το μεγαλύτερο όγκο των καραμανλικών στελεχών. Σε αυτό το παιχνίδι, Κώστα, ο μόνος που θα αφήσει τα πολιτικά κόκαλά του θα είσαι εσύ. Δρομολόγησε λοιπόν τις διαδικασίες εκτάκτου Συνεδρίου, νοικοκυρεμένα πράγματα δηλαδή, εγγυήσου τη διαφάνεια στις εσωκομματικές διαδικασίες και αποχώρησε». Ο Γιάννης Λούλης παρακολουθούσε αμίλητος. Είχε ζήσει την άνοδο και την πτώση. Είχε διαχειριστεί δύσκολες καταστάσεις, τότε με τον Ζαχόπουλο και μετά με τους «Βατοπεδινούς», τον Μαγγίνα, τους Τσιτουρίδηδες, ακόμη και με εκείνη την απίστευτη υπόθεση Παυλίδη. Όλα αυτά όμως ήταν το εφιαλτικό παρελθόν. Τώρα είχε μπροστά του έναν άνθρωπο που έδειχνε και ήταν συντετριμμένος. Δεν ήταν η ήττα αυτή καθεαυτή. Ήταν ο τρόπος με τον οποίο έφτασε στο να χάσει τα πάντα. Μια οδυνηρή πορεία που κράτησε έναν ακριβώς χρόνο. Σεπτέμβριος του 2008 - Σεπτέμβριος του 2009. Αυτό το πολιτικό οδοιπορικό θα διδάσκεται στα πανεπιστήμια ως παράδειγμα πολιτικής αυτοχειρίας.

Το στοίχημα

Στο Καστρί ο καιρός ήταν συννεφιασμένος. Το βράδυ είχε βρέξει και το χώμα ήταν νοτισμένο. Ο «σύμβουλος» ήταν ξεκάθαρος. Θα έπρεπε να δρομολογηθεί με σύνεση και μέθοδο η προσφυγή σε νέες κάλπες. Η ισχνή αυτοδυναμία των 152 βουλευτών θα δημιουργούσε και δεν θα έλυνε προβλήματα. Με τον εκλογικό νόμο Παυλόπουλου το ΠΑΣΟΚ θα κέρδιζε επιπλέον πέντε με έξι βουλευτές. «Πότε τις βλέπεις;» ρώτησε ο νέος πρωθυπουργός. «Απρίλιο» απάντησε μονολεκτικά ο άλλος. Μετά την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. «Συμφωνείς με τον υποψήφιο που προτείνω;» ρώτησε πάλι ο Γ. Παπανδρέου. «Θα δεχτεί;» απάντησε ο σύμβουλος. «Ο Δήμας θα δεχτεί. Δεν έχει κανέναν λόγο να μη δεχτεί και η Νέα Δημοκρατία δεν έχει κανέναν λόγο να μην τον ψηφίσει».

Η ανατριχίλα

Ο Κώστας Μητσοτάκης κουνούσε τους ώμους του ακατάπαυστα, σημάδι νευρικότητας, πιθανόν και ανασφάλειας. Η «Ντόρα του» είχε φτάσει επιτέλους στην πηγή, αλλά μένει ακόμη πολύς δρόμος έως ότου τα καταφέρει να γευτεί το νέκταρ της κομματικής –και αργότερα ποιος ξέρει– εξουσίας. Η «Ντόρα του» ξεκινά με ένα 30% επιρροή στη ΝΔ. Σε ένα συνέδριο όπως αυτό που δρομολογείται όλα είναι πιθανά και άρα επίφοβα. Το ζήτημα είναι να συγκροτηθούν ανίερες συμμαχίες, και σε αυτά είναι μανούλα. Το ξέρει το παραμυθάκι που θα σερβίρει. Πρώτος στόχος ο Αβραμόπουλος. Δεύτερος ο Νικήτας Κακλαμάνης. Τρίτος στόχος ο Καρατζαφέρης. Ναι, ο Καρατζαφέρης! Ο καλός ο καπετάνιος στην αναμπουμπούλα φαίνεται. Στα 91 του χρόνια θα δώσει αυτή την τελευταία μάχη του και γαία πυρί μειχθήτω. Ζήτησε το καφεδάκι του και ο Μανούσος έσπευσε να ικανοποιήσει την επιθυμία του. Θυμήθηκε τις εκλογές του ’93. Έφερε στο μυαλό του τα πρόσωπα των πολιτικών του αντιπάλων εκείνης της περιόδου. Τους έβλεπε σε slow motion να χαμογελούν χαιρέκακα. Κούνησε τον ώμο του, ήπιε μια γουλιά κι έπιασε το ακουστικό. «Δημήτρη… καλημέρα. Πρέπει να τα πούμε. Εγώ θα στηρίξω τις επιλογές σου, αλλά πρώτα πρέπει να παίξουμε με ανοικτά χαρτιά. Συμφωνείς, φαντάζομαι…».
Σε λίγες ημέρες θα άρχιζε η δίκη των αστυνομικών που δολοφόνησαν τον Αλέξη Γρηγορόπουλο στα Εξάρχεια. Η ανεργία στην Ελλάδα ξεπέρασε το 11%. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας, οι ακάλυπτες επιταγές ξεπέρασαν το ιστορικό ρεκόρ του Αυγούστου. Τελικά ο τζίρος από τον Τουρισμό μειώθηκε κατά 25%. Η Λούκα Κατσέλη κούνησε το κεφάλι της. «Άντε, πάμε στο Προεδρικό. Μας περιμένουν» είπε και σηκώθηκε.

* Το παραπάνω ανάγνωσμα ανήκει στην κατηγορία της νουβέλας πολιτικής φαντασίας. Εμπεριέχει βεβαίως στοιχεία πραγματικότητας αλλά εξαντλεί και τα περιθώρια πολιτικής ακροβασίας.

n.georgiadis1@yahoo.com

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 09, 2009

Αν σκεφτοσαστε να ψηφισετε Γιωργακη, μαθετε εδω, τι σας (μας) περιμενει



Ο Γιωργακης θα είναι ο πρώτος πρωθυπουργός στην ιστορία, που εκλέγεται, παρότι οι δεδηλωμένες θέσεις του θεωρούνται επώδυνες για το συντηρητικό μέρος της κοινωνίας και τοπικά για συγκεκριμένες περιφέρειες (Μακεδονία – Θράκη)

Είναι ίσως η πρώτη φορά μεταπολεμικά που ένα κόμμα είναι σε τροχιά εξουσίας (έστω και αν δεν έχει ανακοινώσει ολοκληρωμένο πρόγραμμα), βασιζόμενο σε απόλυτη ειλικρίνεια για τις ενέργειες που πρόκειται να κάνει. Για πρώτη φορά λοιπόν, συνοψίζουμε ισχύουσες δηλώσεις στελεχών της Μεγάλης Δημοκρατικής Παράταξης και του ηγέτη της προκειμένου να έχουμε μια εικόνα των πυλώνων διακυβέρνησης από τον Γεώργιο Παπανδρέου.

Διεθνείς σχέσεις: Επαναφορά στους παραδοσιακούς συμμάχους (ΝΑΤΟ)

Ο Γιώργος Παπανδρέου δεν έκρυψε ποτέ τη διαφωνία του στα ανοίγματα με Ρωσία και Κίνα, ενώ εξέφρασε ανοιχτά την υποστήριξη του στο σχέδιο Ανάν. Ο ΓΑΠ αναμένεται να επαναδιαπραγματευτεί το θέμα του αγωγού καθότι συνδέεται άμεσα με το θέμα της Θράκης (όπως θα δούμε παρακάτω) ενώ έχει δηλώσει ανοιχτά ότι θα επιχειρήσει να ακυρώσει τις συμφωνίες για τον ΟΛΠ με την Κίνα. Η συμφωνία για το λιμάνι του ΟΛΘ όπως αποκαλύψαμε, ακυρώθηκε με πρόσχημα τα επεισόδια του Δεκέμβρη. Χαρακτηριστικό της αποφασιστικότητας του ΓΑΠ είναι και η πρόσφατη συνάντηση του με τον Κινέζο πρωθυπουργό κατά την οποία αναφέρθηκε μόνο σε θέματα “πράσινης ανάπτυξης” αποφεύγοντας οποιαδήποτε μνεία στα μνημόνια ΕλληνοΚινεζικής συνεργασίας. Ο πρόεδρος του κινήματος προτιμά τη Νατοϊκή εύνοια αντί όποιων οικονομικών απολαβών μέσω των συμφωνιών με εχθρικές προς το ΝΑΤΟ χώρες.

Η στήριξη στο σχέδιο Ανάν είναι καθέδραν δεδομένη. Δεν είναι τυχαία η αμεσότητα με την οποία ο ΓΑΠ εκδήλωσε τη στήριξη του αφού είναι αδύνατον να πρόλαβε να διαβάσει τις χιλιάδες σελίδες του σχεδίου μέσα σε λίγες ώρες. Η συμβολική αυτή στήριξη ήταν δείγμα εμπιστοσύνης στις επιταγές ΗΠΑ – Βρετανίας έστω και αν παρέβει τις δημοκρατικές διαδικασίες. Ο ΓΑΠ θα στηρίξει εκ νέου την επαναφορά του σχεδίου στα πλαίσια Δυτικοστρεφούς πολιτικής έστω και αν ο λαός δείχνει να μην κατανοεί τη σκοπιμότητα αυτή. O ΓΑΠ άλλωστε δεν έχει κρύψει την απέχθεια του στις πιέσεις της “πλειοψηφίας”:

Oι πολιτικοί, δεν είναι εδώ για να εκφράζουν τον μέσο όρο ούτε για να σύρονται από τις πλειοψηφίες. Aλίμονο. Tότε θα κάναμε μια καλή δημοσκόπηση για κάθε θέμα μικρό ή μεγάλο και θα είχαμε τις λύσεις. (Γιώργος Α. Παπανδρέου, ΚΛΙΚ 1999)

H πολιτική των αγωγών και της προσέγγισης με τη Ρωσία θα αλλάξει άρδην με την παρουσία του ΓΑΠ στο τιμόνι της χώρας. Σε αυτό συμβάλλουν και οι θέσεις που έχει διατυπώσει ο ΓΑΠ αλλά και επιφανή στελέχη του ΠΑΣΟΚ για το μέλλον της Θράκης και των κατοίκων της.

“Κοσσοβοποίηση” της Θράκης

Η λήξη της στρατηγικής συμμαχίας με τη Ρωσία είναι επιτακτική απαίτηση των συμμάχων που ο ΓΑΠ δείχνει να συμμερίζεται, ακόμα και αν αυτή η απόφαση στερήσει οικονομικούς πόρους από τη χώρα. Η γεωστρατηγική θέση της Θράκης όμως είναι πολύτιμη για την προώθηση των Ρωσικών συμφερόντων γεγονός που οι σύμμαχοι θέλουν να αποτρέψουν με μια σίγουρη και μόνιμη λύση. Λύση που δεν θα στηρίζεται στις διαθέσεις της εκάστοτε Ελληνικής πολιτικής ηγεσίας αλλά θα ελέγχεται από τη συμμαχία στα πρότυπα του Κοσσυφοπεδίου. Γι’ αυτό και υπάρχει η σχετική κινητικότητα στη μειονότητα αλλά και οι γενναίες δηλώσεις του ΓΑΠ και των στελεχών του στο πρόσφατο παρελθόν:

Δήλωση Γιώργου Παπανδρέου (ΥΠΕΞ) στον Θωμά Σάρα (επ. Πατρίδες 1999):
“Προσωπικά πιστεύω ότι είναι καλύτερα να έχουμε μερικά στρέμματα γηs λιγότερα από εκείνα που μαs ανήκουν, και να κοιμόμαστε τα βράδια ήσυχοι και ασφαλείs, παρά να έχουμε ότι μαs ανήκει και να μην μπορούμε να κλείσουμε μάτι από τον κίνδυνο κάποιαs ξαφνικήs επίθεσηs κακόβουλων γειτόνων εναντίον μαs.”

Αντρίκια και ξεκάθαρη δήλωση του Γιώργου Παπανδρέου που δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες. Όπως άλλωστε ξεκάθαρες οι δηλώσεις του για την ύπαρξη “Τουρκικής μειονότητας” στη Θράκη. Πρακτικά λοιπόν τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ ετοιμάζουν το ιδεολογικό υπόβαθρο κατά τα πρότυπα του Κοσόβου:

Τσετίν Μαντατζή (Βουλευτής ΠΑΣΟΚ Ξάνθης): «Η τουρκική μειονότητα της Θράκης» που είναι «αναπόσπαστο κομμάτι του μεγάλου τουρκικού έθνους»
Αχμέτ Χατζηοσμάν (Ομοίως): Κατά τα πρότυπα του Κοσσυφοπεδίου μαζί με τον κύριο Μαντατζή και την κυρία Καραχασάν προετοιμάζουν την πολιτιστική γενοκτονία των γηγενών Πομάκων, όπως οι Κοσσοβάροι προετοίμασαν την εξόντωση των Ρομά, των Τουρκόφωνων και άλλων μειονοτήτων ώστε να διεκδικήσουν συμπαγή παρουσία που εγγυάται ανεξαρτησία και αλλαγή συνόρων.

Η στήριξη της ηγεσίας του κινήματος είναι ξεκάθαρη δεδομένου ότι επέτρεψε στους δύο βουλευτές να εγκαλέσουν το ιστορικό στέλεχος Α. Κακλαμάνη ακόμα και σε αντιπολιτευτική επερώτηση για την πολιτιστική γενοκτονία των Πομάκων, υπέρ των Τουρκικών μεθοδεύσεων. Έκτοτε, τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ έπαψαν να αχολούνται με οτιδήποτε αμφισβητεί την ομοιογένεια της μειονότητας που θεωρείται de facto “Τουρκική”.

Να μη λησμονούμε ότι ο ΓΑΠ ήταν από τους πρωτεργάτες στήριξης των Νατοϊκών βομβαρδισμών στο Κοσσυφοπέδιο, όπου με αριστοτεχνικό τρόπο (στα πρότυπα της Γερμανικής διπλωματίας) απέκρυψε τις πραγματικές προθέσεις της συμμαχίας για αλλαγή συνόρων λέγοντας:

“Γιατί το κάναμε αυτό; Το κάναμε γιατί ακριβώς θεωρούσαμε ότι γύρω από την οποιαδήποτε μειονότητα δεν μπορούν να γίνουν αλλαγές συνόρων. Ασχέτως του πως θα ονομαστεί ο ένας, είτε έτσι, είτε αλλιώς, αυτό το πρόβλημα δεν μπορεί να εγερθεί, η αλλαγή των συνόρων δεν μπορεί να εγερθεί γύρω από το θέμα της μειονότητας.(1999)”

Τώρα γνωρίζουμε βέβαια όλοι ότι υπάρχει αλλαγή συνόρων. Άρα οι δηλώσεις του τότε ΥΠΕΞ ήταν ένα αριστοτεχνικό εφεύρημα για να αμβλύνει τις αντιδράσεις. Η χρήση των μειονοτήτων μπορεί κάλλιστα να οδηγήσει σε αλλαγή συνόρων. Οι ίδιες δηλώσεις μπορούν να έχουν εφαρμογή και σε περίπτωση που υπάρξει συμμαχική απαίτηση για εκχώρηση Εθνικής κυριαρχίας προς όφελος της συμμαχίας. Γι’ αυτό και η καλλιέργεια μειονοτήτων ώστε να μην εξαναγκασθούμε σε πιο επώδυνες καταστάσεις όπως η Σερβία σε περίπτωση σύγκρουσης συμμαχικών – εθνικών συμφερόντων.

Σκόπια – Σλαβική Μειονότητα

Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και οι δηλώσεις του ιδίου και συνεργατών του για την ύπαρξη Μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα. Δυστυχώς η πλειοψηφία των Ελλήνων δε μπορεί να εκτιμήσει την ειλικρίνεια των θέσεων, εξαναγκάζοντας σε απομάκρυνση βασικών συμβούλων (όπως ο κύριος Βαλλιανάτος) για ψηφοθηρικούς λόγους. Η αναγνωριση αλλά ιδιαίτερα ο επαναπατρισμός Σλάβων Μακεδόνων όπως με θάρρος δήλωσε ο Ανδρέας Λοβέρδος είναι σε απόλυτη σύμπνοια με τις σαφείς δηλώσεις του ΓΑΠ το 1999: “παρά να τη σπρώξουμε με την άρνησή τηs αποδοχήs μαs στα σλαβόφωνα κράτη τηs περιοχήs, όπωs η Βουλγαρία και η Σερβία” αναφερόμενος στην άρνηση αναγνώρισης του γειτονικού κράτους.

Σήμερα βέβαια γνωρίζουμε ότι το κρατίδιο των Σκοπίων είναι κόκκινο πανί τόσο για τη Σερβία όσο και για τη Βουλγαρία, αλλά βρήκε στοργική αγκαλιά στις ΗΠΑ. Ο ΓΑΠ βεβαίως γνώριζε αυτή την εξέλιξη αλλά για λόγους ανωριμότητας του Ελληνικού λαού συνέχισε την πολιτική του “κομμουνιστικού μπαμπούλα” – Σλαβικού άξονα. Η επερχόμενη λοιπόν αναγνώριση και επαναπατρισμός της μειονότητας εγγυάται την έμπρακτη προάσπιση των συμμαχικών συμφερόντων, υπό την αιγίδα της ηγετικής φυσιογνωμίας του Γεωργίου Παπανδρέου. Ο Παπανδρέου άλλωστε δεν συμφώνησε ποτέ του με το Βέτο που άσκησε η Ελλάδα για την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ αφού θεώρησε την πράξη εχθρική προς τη συμμαχία.

Οικονομία – Ανάπτυξη – Απασχόληση

Η Άρνηση του Γιώργου να τραβήξει το σκοινί στο θέμα Siemens σημειοδοτεί την προσπάθεια εξισορρόπησης Γερμανικών – Αμερικανικών συμφερόντων στην Ελληνική οικονομία. Ενώ για τους Αμερικάνους η Ελλάδα είναι η απόληξη ενός κακού σπυριού στα Βαλκάνια, για τους Γερμανούς ήταν η ιδανική αγελάδα για άρμεγμα των πόρων της ΕΕ υπό μορφή δανεισμού και υπερτιμολογήσεων από Γερμανικές εταιρείες. Το σύστημα Σημίτη λοιπόν είχε δομηθεί έτσι ώστε να διευκολύνει τις εκροές δημοσίου χρήματος προς τα Γερμανικά ταμεία. Γύρω από αυτό είχε στηθεί ένα οργανωμένο παρακράτος που ξεκινούσε από τρομοκρατικές ομάδες, κοινό έγκλημα και εκδοτικά συμφέροντα προκειμένου να μην υπάρξει αντίδραση σε κανένα επίπεδο.

Ο Γιώργος Παπανδρέου δεν είχε σχέση με τα υψηλότερα κλιμάκια του παρακράτους. Χρησιμοποίησε μόνο τη λούμπεν εκδοχή του για να εμποδίσει τη μαζική εκδήλωση αντιδράσεων κατά τους βομβαρδισμούς του Κοσσυφοπεδίου. Αντίθετα ο Γιώργος Παπανδρέου έχει εκδηλωθεί ανοιχτά υπέρ του νέου πυλώνα της Αμερικάνικης οικονομίας, την “πράσινη ανάπτυξη” ως πυρήνα της νέας οικονομικής πολιτικής. Το επιβεβαίωσε με την πρόσφατη ομιλία του στην Αρχαία Ολυμπία όπου ξεκαθάρισε την εισαγωγή “εναλλακτικών καλλιεργειών” οι οποίες θα είναι φιλικότερες προς το περιβάλλον και θα απαιτούν λίγότερους φυσικούς πόρους.

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ είναι λοιπόν ξεκάθαρος και ειλικρινής ασχέτως εάν δεν μιλάει ευθέως για γενετικά τροποποιημένους σπόρους, αφου όποιος έχει μελετήσει τα βασικά στοιχεία της “Πράσινης Ανάπτυξης” γνωρίζει ακριβώς τι είναι το “εναλλακτικό”.

Μπορεί στην Αμερική η επιβολή της Πράσινης Ανάπτυξης να συνάντησε ισχυρότατες αντιδράσεις και να χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη εκλογική απάτη του Ομπάμα, στην Ελλάδα όμως θα βρει πρόσφορο έδαφος:

Ο Έλληνας αγρότης είναι εξαθλιωμένος, δεν στηρίζεται στην επιτυχία της καλλιέργειας αλλά στις επιδοτήσεις – ελεημοσύνες. Πεθαίνει από τα φυτοφάρμακα αδιαμαρτύρητα, χρησιμοποιεί αφειδώς καρκινογόνα λιπάσματα. Δεν έχει λοιπόν κανένα λόγο να αντισταθεί, είναι έτοιμος να φυτέψει οτιδήποτε θα του αποφέρει έσοδα χωρίς πολλές ερωτήσεις.

Η στόχευση λοιπόν του ΓΑΠ είναι απολύτως ρεαλιστική και κατάλληλη για την Ελληνική πραγματικότητα. Οι Αμερικανοί άλλωστε θέλουν διακαώς μια αγροτική χώρα της ΕΕ να “ανοίξει την πόρτα” σε αυτό το νέο εξαγώγιμο Αμερικανικό προϊόν που μπορεί να αποβεί σωτήριο για την Αμερικανική οικονομία. Η διατήρηση Σημίτη στο κόμμα δεν κόβει τις γέφυρες με τους Γερμανούς ενώ κρατά στη ζωή τον παρακρατικό μηχανισμό που έχει απομείνει μετά την υπόθεση των “16″ και είναι αρκετά ισχυρός αφού Σέχτες, ΕΑ κλπ δεν έχουν διαλυθεί. Με αυτό τον τρόπο, ο ΓΑΠ θα εξασφαλίσει και την ανοχή της ΕΕ στην προσέγγιση με τις ΗΠΑ, δίνοντας τους μια ιδιότυπη αμνηστεία που θα περιλαμβάνει και τα εδώ φυσικά πρόσωπα των σκανδάλων. Επιπλέον, το παρακράτος είναι πάντα χρήσιμο σε μια εξουσία ακόμα και αν ο λαός είναι έρμαιο παραπληροφόρησης και αποχαύνωσης.

Έχοντας λοιπόν εξασφαλισμένη ασυλία στους βαρώνους – συνεταίρους των Γερμανών, ο ΓΑΠ εξασφαλίζει τον απόλυτο έλεγχο των μέσων ώστε να ασκήσει την πολιτική του χωρίς πιέσεις. Η αυξανόμενη δύναμη του διαδικτύου μπορεί να αποτελέσει μια απειλή, αλλά η Άννα Διαμαντοπούλου ήταν ξεκάθαρη στην τοποθέτηση της, έχοντας δεδομένη την πρόθεση της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ για “διαφάνεια στο διαδίκτυο” που δεν διαψεύσθηκε.

Ολυμπιακή – Τράπεζες – Λιμάνια – ΟΤΕ

Ο ΓΑΠ ξεκαθάρισε την αμφισβήτηση όλων των συμφωνιών που συνάφθηκαν επί Νέας Δημοκρατίας. Το περιβόητο δείπνο με τους επιχειρηματίες στο σπίτι του Καραμούζη της Eurobank έδωσε το στίγμα δράσης. Για τα λιμάνια αναφερθήκαμε προηγουμένως, ο ΓΑΠ είναι αποφασισμένος να ανακτήσει τον έλεγχο του ΟΛΠ, ενέργεια που δεν φαίνεται δύσκολη αφού και οι Κινέζοι συνειδητοποίησαν ότι η συμφωνία είναι εις βάρος τους λόγω του υπέρογκου τιμήματος (όπως ακριβώς και με τον ΟΛΘ). Μπορεί λοιπόν να είναι εξοργισμένοι από την ανειλικρίνεια του ΓΑΠ κατά την πρόσφατη επίσκεψη αλλά τους δίνεται η μεγάλη ευκαιρία να εξοικονομήσουν κάποια δις Ευρώ που είναι υποχρεωμένοι να πληρώσουν.

Η Ολυμπιακή έχει μνηστήρα από τον κύκλο του ΓΑΠ, τον κυριο Βασιλάκη της Aegean. Ακόμα λοιπόν και να μη μπορέσει ο ΓΑΠ να βάλλει ευθέως τον κύριο Βγενόπουλο, μπορεί κάλλιστα να μεροληπτήσει υπέρ της Aegean καθιστώντας τη λειτουργία της Ολυμπιακής ασύμφορη. Η κόντρα ΓΑΠ – Βγενόπουλου άλλωστε είναι δεδομένη.

O ΟΤΕ είναι ένας πρώτης τάξεως φορέας για να χρηματοδοτηθούν εκλεκτοί του όποιου καθεστώτος, όπως είδαμε επί εποχής Σημίτη. Ο ΓΑΠ το έχει δηλώσει ότι θα επιδιώξει τον έλεγχο αυτής της “χρυσής αγελάδας”, γιατί με το υπάρχον καθεστώς είναι δύσκολο εως αδύνατο να γίνει χρηματοδότηση ημετέρων.

Οι ιδιωτικές τράπεζες με αιχμή τη eurobank (πλην Μαρφιν) ενθουσιάζονται στην προοπτική εκλογής του ΓΑΠ.

Κοινωνία – μετανάστευση


Έχουμε την κατάργηση των κέντρων μεταναστών. Άλλωστε πολλοί από τους τομείς της πράσινης ανάπτυξης θα απαιτήσουν φτηνά εργατικά χέρια χωρίς ουσιαστικά δικαιώματα. Ο ΓΑΠ γνωρίζει πως η εισροή και χρήση λαθραίων μεταναστών αυξάνει τους δείκτες της οικονομίας. Άλλωστε παρά το συνεχές πλιάτσικο των κυβερνήσεων Σημίτη οι δείκτες ευημερούσαν ακριβώς λόγω της κρατικά ανεκτής δουλείας.

Τα κέντρα μεταναστών (παρά τις κακές συνθήκες διαβίωσης) όπως και η Frontex, αναχαιτίζουν την ανεξέλεγκτη ύπαρξη “κρέατος για το κεφάλαιο”, αφού κάθε μετανάστης καταγράφεται και παρακολουθείται, γεγονός που κάνει το ενδεχόμενο τσιμέντωμα του μετά από κάποιο εργατικό ατύχημα δυσκολότερο.

Ο ΓΑΠ όμως το έχει δηλώσει ανοιχτά, ενώ ενδέχεται να πλήξει και τη λειτουργία της Frontex στα πλαίσια της Νατοϊκής συνεργασίας για το Αιγαίο.

Αποτίμηση προγράμματος


Μπορεί κάποιους να ξενίζουν τα ανωτέρω σαν επίσημες θέσεις του κινήματος ή σαν ευφάνταστα σενάρια. Δεν προξενεί εντύπωση. Στην Ελλάδα έχουμε μάθει να μένουμε “με το στόμα ανοιχτό” από ενέργειες πολιτικών που ούτε καν τις φανταζόμασταν. Πολλοί θα σπεύσουν να πουν περί λαϊκής αντίδρασης.

Δυστυχώς είναι αποξενωμένοι από την πραγματικότητα. Για παράδειγμα στην περίπτωση της Θράκης, οι Χριστιανοί κάτοικοι της μπορεί να είναι πλειοψηφία, είναι όμως μια μικρή πλειοψηφία σε σύγκριση με τους πολίτες που κατοικούν στα αστικά κέντρα και ασχολούνται πρωτίστως με το πορτοφόλι τους. Εάν αυτό γεμίσει όπως έγινε με την Κύπρο ή με τους βομβαρδισμούς στη Σερβία (κάλπαζε τότε το χρηματιστήριο), η κοινωνική αλληλεγγύη ή ηθική πάνε περίπατο.

Ας μην ξεχνάμε ότι ο Καραμανλής επέστρεψε με τη δέσμευση ότι θα απελευθέρωνε την Κύπρο. Όχι μόνο δεν το έπραξε, αλλά επέτρψε τον πολλαπλασιασμό των κατεχομένων εδαφών. Κανείς όμως δεν ξεσηκώθηκε, ούτε οι ίδιοι οι πρόσφυγες.

Πόσο μάλλον τώρα, που ο Γεώργιος Παπανδρέου ΔΕΝ ΨΕΥΔΕΤΑΙ και είναι ειλικρινέστατος για τις απόψεις και τις επιδιώξεις του. Ουδείς θα έχει δικαίωμα να του καταλογίσει οτιδήποτε. Θα είναι ο πρώτος πρωθυπουργός στην ιστορία που εκλέγεται παρότι οι δεδηλωμένες θέσεις του θεωρούνται επώδυνες ηθικά (για το συντηρητικό μέρος της κοινωνίας) και τοπικά για συγκεκριμένες περιφέρειες (Μακεδονία – Θράκη).

Είναι όμως απόλυτα εφαρμόσιμες και εναρμονισμένες με τις σύγχρονες επιταγές του Καπιταλιστικού συστήματος. Εξασφαλίζουν τις υποχρεώσεις που έχει η Ελλάδα απέναντι στο ΝΑΤΟ, ενώ ικανοποιούν τον “χαλαρό πυρήνα” της ΕΕ χωρίς να προκαλούν τη Γερμανία. Κλείνουν τις πόρτες σε Ρωσία – Κίνα και απομακρύνουν το ενδεχόμενο Ελληνοτουρκικού πολέμου, αφού η Ελλάδα θα μπορεί χωρίς ταμπού να συνδυαλλαγεί και να προσφέρει στους συμμάχους και γείτονες ανταποδοτικά οφέλη με αντάλλαγμα την Ειρήνη.
Ένα μεγάλο μπράβο στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ που δεν υπαναχώρησε σε κανένα από τα πιστεύω του χάριν της πρόσκαιρης δημοφιλίας. Ο χρόνος δείχνει να τον δικαιώνει, είναι ίσως ο μόνος που αφουγκράστηκε έγκαιρα τις κυρίαρχες τάσεις της κοινωνίας. Ο Καραμανλής ακόμα πιστεύει ότι η αστική πλειοψηφία συγκινείται με ρομαντισμούς πατριωτικού χαρακτήρα. Ρωτήστε την κυρία Γιαννάκου να σας πει.

Αναδημοσιευση απο το http://eglimatikotita.blogspot.com/ Δευτέρα, 7 Σεπτέμβριου 2009

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 08, 2009

Στις συμπληγάδες των ιδεολογημάτων...



Αναδημοσίευση από το περιοδικό «στρατηγική»
του Χρύσανθου Λαζαρίδη

Σε μια προεκλογική περίοδο αξίζει να αναρωτηθούμε τι ακριβώς σημαίνουν οι έννοιες που ακούμε συνέχεια δίπλα μας: «προοδευτικός», «συντηρητικός», «φιλελεύθερος» κ.λπ.

Φαίνονται, ίσως, προφανείς. Όμως, δεν είναι.

Και η κατανόησή τους είναι κρίσιμη, διότι αρκετοί ψηφοφόροι πλέον (13-15% του συνολικού εκλογικού σώματος τους υπολογίζουν οι δημοσκόποι), θα διαλέξουν τι θα κάνουν ανάλογα με το νόημα που δίνουν στις έννοιες αυτές, εκείνες που επιλέγουν ως προτάγματα για τον εαυτό τους, και τον τρόπο που αξιολογούν τα υπάρχοντα κόμματα ανάλογα με τα προτάγματα που οι ίδιοι υιοθετούν.

Αξίζει, λοιπόν, να εξετάσουμε πιο προσεκτικά αυτές τις έννοιες…

Η μεγάλη ψευδαίσθηση της «προόδου»

Πρώτον ο όρος «προοδευτικός»: Προϋποθέτει ότι ο χρόνος κινείται προς μια κατεύθυνση μόνο. Αυτοί που επικαλούνται την «πρόοδο» ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν προς τα πού κινείται η ιστορία. Και πού θα «καταλήξει» ακόμα...

Αλλά αυτό είναι η πιο επικίνδυνη ψευδαίσθηση: Διότι απλούστατα, η ιστορία πάντα διαψεύδει όσους νομίζουν ότι την ελέγχουν ή ότι γνωρίζουν τις «σιδερένιες νομοτέλειές» της.

Το ίδιο ισχύει για την έννοια «σύγχρονος» ή «εκσυγχρονισμός»: για παράδειγμα, μέχρι πριν είκοσι πέντε χρόνια, «προοδευτικός» θεωρείτο ο οπαδός του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Αυτά τα καθεστώτα θεωρούνταν ότι συνόψιζαν το μέλλον της ανθρώπινης κοινωνίας. Ύστερα κατέρρευσαν με πάταγο. Οι κοινωνίες που αναδείχθηκαν από τα ερείπια τους έφεραν βαριά τραύματα και σοβαρές αναπηρίες που έκαναν χρόνια να ξεπεράσουν. Κι όμως για δεκαετίες, εκατομμύρια μορφωμένοι άνθρωποι (ιδιαίτερα διανοούμενοι) πίστεψαν ότι αυτές οι κοινωνίες ήταν η «αναπόφευκτη πρόοδος» της ανθρωπότητας... Τι είναι λοιπόν, σήμερα «προοδευτικό» και τι «αντιδραστικό»;

Υπάρχει κι άλλο παράδειγμα: Μέχρι πριν λίγα χρόνια θεωρείτο «σύγχρονο» (κι οπωσδήποτε «εκσυγχρονιστικό») ο,τιδήποτε οδηγούσε στην απορρύθμιση των αγορών (από τον έλεγχο του κράτους). Αυτή η διευρυνόμενη εκστρατεία «απορρύθμισης» οδήγησε στην χρηματοπιστωτική κρίση των τελευταίων δύο χρόνων, που γονάτισε την παγκόσμια οικονομία. Και σήμερα έχει ήδη αντιστραφεί η τάση: οδηγούμαστε σε αναζήτηση νέων ρυθμιστικών κανόνων, εθνικών και διεθνών, καθώς και σε νέες, έστω και προσωρινές, κρατικοποιήσεις μεγάλων επιχειρηματικών κολοσσών.

Τι είναι λοιπόν «σύγχρονο» πλέον, και τι αναχρονιστικό;

Η έννοια του «προοδευτικού» (που καταχράστηκε η αριστερά) και του «εκσυγχρονιστικού» (που καταχράστηκε η κεντροδεξιά και η φιλελεύθερων αποκλίσεων κεντροαριστερά) εμπεριέχει την αυταπάτη ότι γνωρίζουμε «το βέλος του χρόνου»: Προς τα πού κινούνται τα πράγματα «νομοτελειακά»...

Όμως τα πράγματα συχνά κινούνται με αντιφάσεις, με άλματα και ασυνέχειες, ακόμα και κυκλικά. Αν εκλάβουμε την κυκλική διακύμανση ως «ιστορική τάση», κινδυνεύουμε να κάνουμε πολύ σοβαρά λάθη.

Συνήθως γνωρίζουμε τι είναι «αναχρονιστικό» ή «αντιδραστικό» -τι έχει παλιώσει ή φρενάρει την προσαρμογή στις νέες συνθήκες- αλλά δεν γνωρίζουμε τι είναι «εκσυγχρονιστικό» και «προοδευτικό». Γνωρίζουμε τι έχουμε αφήσει στο παρελθόν, αλλά δεν ξέρουμε με την ίδια βεβαιότητα που οδηγεί το μέλλον.

Κυκλικές διακυμάνσεις και ιστορικές τάσεις


Πολλές φορές, μάλιστα, ούτε για το τι αποτελεί οριστικά παρελθόν μπορούμε να είμαστε σίγουροι: για παράδειγμα στη δεκαετία του '30, ο ολοκληρωτισμός κέρδιζε έδαφος παντού. Λόγω της «μεγάλης κρίσης» του 1929 στις ΗΠΑ και των σεισμικών επιπτώσεών της στον υπόλοιπο κόσμο, ναζιστικά και φασιστικά καθεστώτα κέρδιζαν την εξουσία (ή σημαντική επιρροή), σε πολλές χώρες, ενώ και ο κομμουνισμός ενισχυόταν από την άλλη πλευρά, καθώς η πρόβλεψή του για την «αναπόφευκτη κατάρρευση του καπιταλισμού» φαινόταν να επαληθεύεται.

Έτσι οι φιλελεύθερες δημοκρατίες έμοιαζαν να συντρίβονται. Παρ' όλα αυτά ο ολοκληρωτισμός ηττήθηκε τελικά παντού, και οι φιλελεύθερες δημοκρατίες επικράτησαν διεθνώς.

Η «κοινωνία των εθνών» δημιουργήθηκε το 1919 με τη βεβαιότητα ότι αν εγκαθιδρύονταν δημοκρατικά καθεστώτα παντού και εντάσσονταν σε ένα διεθνές όργανο συνεργασίας μεταξύ τους με βάση κανόνες δικαίου, ο κόσμος θα οδηγείτο σε μόνιμη και σταθερή διεθνή ειρήνη. Τρείς δεκαετίες αργότερα -μετά από τη «μεγάλη κρίση» στη δεκαετία του '30 και τον εφιαλτικό παγκόσμιο πόλεμο στη δεκαετία του '40- ο κόσμος βρέθηκε μοιρασμένος σε δύο στρατόπεδο, που το καθένα τους είχε διακηρύξει ως τελικό του στόχο την εξαφάνιση του άλλου.

Αυτό που έμοιαζε «αδιαμφισβήτητη πρόοδος» και «ιστορικό άλμα της ανθρωπότητας προς τα μπρος», τρεις δεκαετίες αργότερα έμοιαζε αφελές ιδεολόγημα, που ουδείς έδειχνε διάθεση να υπερασπιστεί.

Από τη δεκαετία του '50 ως τη δεκαετία του '70 ο κρατικός παρεμβατισμός στην οικονομία της αγοράς, κυριαρχούσε παντού. Ελάχιστοι τον αμφισβητούσαν. Στη δεκαετία του '70, μετά από τριπλή κρίση που συντάραξε τη διεθνή οικονομία (κατάρρευση του συστήματος σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών το 1971-73 και δύο πετρελαϊκές κρίσεις, το 1973 και το 1979), εμφανίστηκε το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού, κλονίστηκαν όλες οι οικονομίες κι άρχισε να κερδίζει έδαφος μια νεοφιλελεύθερη αντίληψη αποδέσμευσης των οικονομιών από τον ασφυκτικό έλεγχο του κρατισμού.

Στη δεκαετία του '90, μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», η κυριαρχία των αγορών έγινε παγκόσμια «θρησκεία». Η απορρύθμιση προχώρησε ως οδοστρωτήρας παντού. Οι δυνάμεις των αγορών που απελευθερώθηκαν προκάλεσαν την ευφορία μιας εκρηκτικής και «αδιατάρακτης ανόδου». Το όνειρο κατέληξε σε εφιάλτη με τη μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση του 2008...

Υπάρχει, λοιπόν, μια κυκλική διακύμανση στην επικράτηση αντίθετων αντιλήψεων και οικονομικών μοντέλων διεθνώς:

*
'Αλλοτε κερδίζουν έδαφος φιλελεύθερες κι άλλοτε κρατικιστικές απόψεις.
*
'Αλλοτε οι κοινωνίες τείνουν να συσπειρωθούν γύρω από εθνικά κράτη κι αυτά να δημιουργούν ισχυρούς συνασπισμούς για να προστατευθούν, κι άλλοτε συμβαίνει το αντίθετο: αποδυναμώνονται τα εθνικά κράτη και προσχωρούν σε χαλαρές ενώσεις διεθνούς δικαίου, με την ελπίδα ότι αυτό θα φέρει την παγκόσμια σταθερότητα και την αιώνια ειρήνη.
*
'Αλλοτε επικρατούν τάσεις συγκέντρωσης της ισχύος (πολιτικής, στρατιωτικής και επιχειρηματικής) σε μεγάλα σύνολα που διαθέτουν «αποτελεσματικότητα» λόγω του μεγέθους τους (οικονομίες κλίμακος κ.λπ.) κι άλλοτε κυριαρχεί το σπάσιμο σε μικρότερα μεγέθη που μοιάζουν αποτελεσματικότερα λόγω της ευελιξίας τους και της μεγαλύτερης προσαρμοστικότητάς τους σε ένα ρευστό περιβάλλον.

Ακόμα και στην αισθητική, άλλοτε κυριαρχούν οι «τετραγωνισμένες» μορφές κι άλλοτε οι «στρογγυλεμένες», άλλοτε η μινιμαλιστική γραμμή κι άλλοτε η περίτεχνα δουλεμένη λεπτομέρεια.

Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχει μια αίσθηση μακροχρόνιας «προόδου». Ξέρουμε ότι ο ηλεκτρισμός είναι πρόοδος σε σχέση με τον ατμό. Κι ότι οι μηχανές εσωτερικής καύσεως είναι ανώτερες των ατμομηχανών. Ξέρουμε ότι κοινωνίες που αναδιανέμουν ευημερία με κάποιο τρόπο, είναι σταθερότερες, πιο δίκαιες και πιο αναπτυξιακά δυναμικές από κοινωνίες μεγάλων και αξεπέραστων αντιθέσεων στο εσωτερικό τους. Όπως ξέρουμε ότι οικονομίες που καταστρέφουν το περιβάλλον είναι υποδεέστερες εκείνων που το προστατεύουν, το συντηρούν και το βελτιώνουν.

Γνωρίζουμε, λοιπόν, ότι υπάρχουν μακροχρόνιες τάσεις που επιτρέπουν να διακρίνουμε την πρόοδο από την οπισθοδρόμηση και το σύγχρονο από το αναχρονιστικό. Αλλά υπάρχουν και κυκλικές διακυμάνσεις που εμφανίζουν κάθε φορά ως «προοδευτική» ή «εκσυγχρονιστική», τη «μόδα», τις πολιτικές κι αισθητικές αντιλήψεις που επικρατούν προσωρινά σε κάθε φάση...

Συμπληρωματικά, όχι αντίπαλα


Εδώ έχουν σημασία δύο πράγματα:

*
Πρώτον, να διακρίνουμε την μακροχρόνια (ιστορική) «τάση», από την (εκάστοτε) «μόδα». Αυτό που αποτελεί σταθερό «βέλος του χρόνου», από την εκάστοτε «κυκλική διακύμανση» αντιλήψεων. Αυτό που είναι η μόνιμη «φορά» της ιστορίας απ' αυτό που είναι το προσωρινό «καπρίτσιο» της συγκυρίας.
*
Δεύτερον, να ισορροπήσουμε ανάμεσα σε διαφορετικά προτάγματα, διαφορετικές προτεραιότητες, διαφορετικές αξιακές κλίμακες. Κι όχι να παρασυρόμαστε από το ένα άκρο του «εκκρεμούς» στο αντίθετο, και να αλλάζουμε κατεύθυνση μετά από πολύ οδυνηρές κρίσεις.

*
Στην οικονομία, όταν επικρατούν αντιλήψεις κρατικιστικές, να μην αφήνουμε την τάση για έλεγχο να οδηγήσει σε ακρότητες που πνίγουν την δημιουργικότητα της οικονομίας. Αλλά κι αντιστρόφως, όταν κυριαρχούν φιλελεύθερες αντιλήψεις, να μην αφήσουμε την τάση για απελευθέρωση των αγορών, να οδηγήσει στη χαοτική διάλυσή τους.
*
Στο δίκαιο, όταν επικρατούν τάσεις για απελευθέρωση του ατόμου από την κρατική κηδεμονία, να μην οδηγηθούμε σε άκρα που υπονομεύουν τη δημόσια ασφάλεια. Και αντιθέτως, όταν επικρατούν αντιλήψεις που δίνουν προτεραιότητα στην δημόσια ασφάλεια, να μην αφήσουμε την κρατική «προστασία» να πνίξει την κοινωνία.
*
Στη διεθνή πολιτική, όταν επικρατούν τάσεις αποδυνάμωσης του εθνικού κράτους, εν ονόματι της «παγκόσμιας σύγκλισης», να μην επιτρέψουμε την αποδόμηση των εθνικών κοινωνιών, που είναι προϋποθέσεις δημοκρατίας. Κι όταν επικρατεί η αντίθετη τάση, ενίσχυσης των εθνικών κρατών, να μην επιτρέψουμε την δημιουργία «περίκλειστων φρουρίων», μέσα στα οποία ασφυκτιούν οι κοινωνίες κι ωθούνται σε αμοιβαία καταστροφή.
*
Στην τέχνη, όταν επικρατούν μινιμαλιστικές τάσεις να μη φτάνουμε στο σημείο της αμορφίας, όπου η «εκφραστική λιτότητα» της τέχνης γίνεται άναρθρη κραυγή. Γιατί το «άμορφο» δεν είναι «όμορφο»! Κι αντιθέτως, όταν επικρατούν τάσεις στροφής στην εικαστική λεπτομέρεια, να μην φτάνουμε στο άλλο άκρο, όπου η εξαιρετικά «δουλεμένη μορφή» πνίγει το περιεχόμενο της, κι όπου η εκφραστική δεινότητα της τέχνης γίνεται «φλυαρία» που σκοτώνει την αλήθεια της.

Δύο «αντίθετα», το ένα προϋπόθεση του άλλου!


Αυτό όμως μας αναγάγει σε μια άλλη προσέγγιση που δεν είναι ούτε «προοδευτική» ούτε η «συντηρητική», είναι ισορροπημένη. Κατανοεί την ανάγκη σύνθεσης -ή μάλλον συνεχών ανά-συνθέσεων- ανάμεσα σε δύο διαφορετικές τάσεις των σύγχρονων κοινωνιών:

*
την τάση συνεχούς προσαρμογής σε νέα δεδομένα (ακόμα κι όταν η προσαρμογή αυτή γίνεται σε πρόσκαιρες μόδες, όχι σε ιστορικές τάσεις) και
*
στην αντίθετη προδιάθεση κάθε κοινωνίας να διατηρήσει ένα πυρήνα αντιλήψεων και σχέσεων που παραμένει σταθερός, για να μην αποσυντεθεί ολόκληρο το οικοδόμημα.

Η πρώτη τάση (συνεχούς προσαρμογής) συνήθως εκλαμβάνεται ως «προοδευτικότητα». Η δεύτερη τάση (διατήρησης ενός ελάχιστου πυρήνα συνέχειας με το παρελθόν) συνήθως εκλαμβάνεται ως «συντηρητισμός».

Το πού θα επιλέξει κάποιος να ενταχθεί κάθε φορά, είναι ασφαλώς προσωπική του υπόθεση. Όμως η κοινωνία έχει μακροχρόνια ανάγκη και τις δύο αυτές τάσεις.

Για να προχωρήσει μια κοινωνία προσαρμοζόμενη συνεχώς στις νέες συνθήκες πρέπει να διατηρεί την ισορροπία και την ενότητά της. Χρειάζεται, λοιπόν, ένα ελάχιστον σταθερότητας κι ευστάθειας: για να είναι «προοδευτική», χρειάζεται ένα ελάχιστο συντηρητισμού.

Κι αντιστρόφως: για να διατηρεί την σταθερότητά της χρειάζεται να προσαρμόζεται συνεχώς στις νέες συνθήκες. Για να είναι «συντηρητική», χρειάζεται ένα ελάχιστο «προοδευτικότητας».

Οι πιο ρηξικέλευθοι οπαδοί των μεγάλων αλλαγών χρειάζονται κάποια συντηρητικά ανακλαστικά, για να μην εκτροχιαστούν. Κι οι πιο σταθεροί υπέρμαχοι των παραδοσιακών αξιών, χρειάζονται κάποια προοδευτική διορατικότητα, για να επιβιώσουν σ' ένα μεταβαλλόμενο κόσμο.

Αυτή η προσέγγιση είναι διαφορετική και υπερβατική, γιατί επιτρέπει να δούμε την «πρόοδο» και τη «συντήρηση» ως μακροχρόνια συμπληρωματικά στοιχεία προκοπής μιας κοινωνίας. Όχι ως αντίπαλα προτάγματα που οφείλει να επικρατήσει το ένα σε βάρος του άλλου.

Όταν θα ακούτε τους πύρινους λόγους της προεκλογικής εκστρατείας, ίσως είναι χρήσιμο να θυμάστε αυτές τις σκέψεις...

Οι μοιραίοι του μεσαίου χώρου




Tου Κωστα Ιορδανιδη

Ο συντηρητικός πολίτης αισθάνεται από τη φύση του αμηχανία σε κάθε απόπειρα αιφνιδιασμού. Εχει ανεπτυγμένο αίσθημα τάξεως, αντίληψη ευθύνης ενίοτε περιοριστική ακόμη και απαραιτήτων ενδεχομένως ελιγμών. Με δύο λόγια ζει σε έναν μικρόκοσμο ύφους και συμπεριφοράς ή αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν οι πάσης φύσεως νεωτεριστές αντίπαλοί του.

Ο συντηρητικός αυτός ψηφοφόρος, που συγκροτεί τη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας -35% ακόμη και στις χειρότερες συνθήκες- αιφνιδιάστηκε δυσάρεστα από την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες που αποφάσισε ο πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κ. Καραμανλής είναι πολιτικός που αντιμετωπίστηκε με ιδιαίτερη συμπάθεια από τους οπαδούς της Ν. Δ. και όχι μόνον. Είναι επίσης αληθές ότι κατά την άσκηση των καθηκόντων του συνάντησε τεράστιες δυσκολίες - όχι εξ αιτίας μόνον των υπαρκτών προβλημάτων της χώρας αλλά κυρίως λόγω της ασυναρτησίας των στελεχών, των βουλευτών και υπουργών του κόμματός του. Σε αυτά αναλώθηκε το προσωπικό πολιτικό κεφάλαιό του. Δεν είναι βέβαια και ο ίδιος άμοιρος ευθυνών.

Αντίδραση και προς την κατάσταση αυτή ήταν και η απόφαση του κ. Καραμανλή να ζητήσει την επίσπευση των εκλογών, αγνοώντας το αίσθημα του συντηρητικού πολίτη, βουλευτών, υπουργών και της κομματικής βάσεως της Ν. Δ.

Ο κ. Καραμανλής ενήργησε ως «μοναχικός» ηγέτης, πλην όμως αδιαμφισβήτητος, κατά την άποψή του, από τους συντηρητικούς ψηφοφόρους, που εκόντες άκοντες θα τον ακολουθήσουν όλοι, διότι άλλως θα κατισχύσει το ΠΑΣΟΚ. Ισως η αισιοδοξία του ως προς το θέμα αυτό να είναι υπερβολική. Η σκληρότατη κριτική που διατύπωσε ο κ. Μιχάλης Λιάπης προσέδωσε στην προεκλογικό αγώνα εναντίον του ΠΑΣΟΚ και μια διάσταση εσωκομματικής διαμάχης. Η δυσαρέσκεια της βάσεως διετυπώθη επωνύμως. Ηταν μία εξέλιξη που δεν ανέμενε ο πρωθυπουργός.

Ενα άλλο θέμα που προκαλεί ερεθισμό στη βάση του κόμματος είναι ότι η πρόταση περί προώρων εκλογών διατυπώθηκε από μια εξαιρετικά ολιγομελή ομάδα «μεσαίου χώρου», στην οποία ο πολιτικός όρος «δεξιά» είναι απεχθής. Είναι μία ομάς υπεροπτική, ενίοτε θορυβώδης, ιδιοτελής, δήθεν «φιλελευθέρων» αντιλήψεων. Είναι οι μοιραίοι της Ν. Δ.

Εναντι όλων αυτών των αρνητικών παραμέτρων ο κ. Καραμανλής αντιτάσσει το προσωπικό του κύρος, με την πεποίθηση ότι θα υπερψηφισθεί από τους παραδοσιακούς συντηρητικούς πολίτες, έστω και δίχως ιδιαίτερο ενθουσιασμό. Ενδεχομένως να επαληθευθούν οι προσδοκίες του.

Αλλά και ως προς το θέμα αυτό υπάρχει δυσμενής εξέλιξη. Το κόμμα του κ. Καρατζαφέρη μπορεί να μην είναι αισθητικώς ελκυστικό. Αλλά και οι συντηρητικοί πολίτες προέρχονται από στρώματα λαϊκά και ανταποκρίνονται σε σαφή συνθήματα και εκτονωτικά του πολιτικού πάθους από το οποίο διέπονται. Στροφή προς τον ΛΑΟΣ είναι η εκδίκηση της «δεξιάς» στις αντιλήψεις του «μεσαίου χώρου.»

Στην προεκλογική περίοδο θα ακουστούν διάφορες γενικότητες περί οικονομίας, κράτους και δημοσίας διοικήσεως. Στην ουσία η σύγκρουση θα είναι μεταξύ του κ. Κώστα Καραμανλή και του κ. Γιώργου Παπανδρέου. Το ερώτημα είναι εάν η προοπτική ανόδου του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία θα λειτουργήσει ως φόβητρο, συσπειρώνοντας τελικώς την συντηρητική παράταξη.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 03, 2009

Η Πιθανοφάνεια της Κεντροδεξιάς



Η Βαλκανιοποίηση της Κεντροδεξιάς

Με τον όρο Βαλκανιοποίηση τείνουμε να ορίζουμε τον κατακερματισμό ενός «σώματος» σε μικρότερα τμήματα διαρκώς αλληλο-αντικρουόμενα. Έτσι κ σήμερα παρατηρούμε το «σώμα» της Κεντροδεξιάς να παρουσιάζει πολλαπλές ομαδοποιήσεις οι οποίες βρίσκονται σε μια διαρκή κατάσταση μεταξύ τους αντιπολίτευσης , χαρακτηριζόμενες είτε από πρόσκαιρες στοχευμένες συμμαχίες κατά ενός, είτε από μια συνεχή διαμάχη «όλοι εναντίον όλων». Η παρούσα κατάσταση τείνει να μετατραπεί σε ένα ιδιότυπο status quo, παγιώνοντας δηλαδή μια συνεχή προσπάθεια έλεγχου της παράταξης από αυτές τις ομαδοποιήσεις.

Αν λοιπόν προσπαθούσαμε να διακρίνουμε το ποιες είναι αυτές οι ομαδοποιήσεις, θα τις διακρίναμε στις εξής πέντε:

Μια με επίκεντρο έναν εύθραυστο «Καραμανλισμό», η οποία βάλλεται κ βάλλει κατά πάντων. Με πρωτεργάτη τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, βρίσκεται στο «τιμόνι» όχι της παράταξης, αλλά της χώρας, κ προσπαθεί να επιβάλει την ηγεμονία τής σε όλο το εύρος της Κεντροδεξιάς.
Μια πιο ατλαντική κ φιλελεύθερη, που κινείται γύρω από το περιβάλλον της οικογένειας Μητσοτάκη, η οποία δείχνει αυτή την περίοδο αποδυναμωμένη, αλλά σε μία περίπτωση εκλογικής μη αυτοδυναμίας της Νέας Δημοκρατίας μελλοντικά θα ενδυναμωθεί κ θα διεκδικήσει ηγεμονεύουσα θέση εντός της παράταξης.
Μια άκρως δυναμική με κέντρο το ΛΑΟΣ, που υπό τον Γ. Καρατζαφέρη εκφράζει την καθαρά Λαϊκή – «Αβερωφική» – πλευρά της παράταξης , η οποία ναι μεν προτάσσει την ενδοπαραταξιακή συνεργασία, αλλά παράλληλα βάλλει τόσο ενάντια στο περιβάλλον Καραμανλή, όσο κ στο περιβάλλον Μητσοτάκη.
Τις τρεις παραπάνω κ κυριότερες ομαδοποιήσεις έρχεται κ συμπληρώνει μια τέταρτη, η οποία δεν είναι ομοιογενής κ εκφράζεται μέσα από τις προσπάθειες κορυφαίων στελεχών της Νέας Δημοκρατίας να επιβάλουν τις δικές τους τάσεις μέσα στην παράταξη, προτείνοντας διαφορετικές απόψεις για την έξοδο από αυτό το ιδιάζον status quo. Πρέπει δε να αναφέρουμε ότι αυτή η τέταρτη ομαδοποίηση δείχνει τα δικά της σημάδια «βαλκανιοποίησης», αφού τα δομικά της μέρη δεν διακατέχονται από σύμπνοια, αλλά από αντιζηλία.
Ενώ μπορούμε να ισχυριστούμε ότι σχηματίζεται κ μια πέμπτη ομαδοποίηση με εξίσου μεγάλη διασπορά θέσεων κ απόψεων με την προηγούμενη, όπου εκφράζει τους δυσαρεστημένους της ενδοπαραταξιακής σύγκρουσης, οι οποίοι είτε ασπάζονται τον ησυχασμό της αποχής από τα πράγματα (Τατούλης, Μανώλης, Πολύδωρας), είτε συμμετέχουν σε μικρότερους πολιτικούς εξωκοινοβουλευτικούς σχηματισμούς (Δράση, ΦΙΣ, Δημοκρατικοί).

Η Ηγεμονία της Κεντροδεξιάς

Παρά όμως το «βαλκανοποιημένο» ενδοπαραταξιακό τοπίο μπορούμε να ισχυριστούμε ότι σήμερα η Κεντροδεξιά ηγεμονεύει του πολιτικού σκηνικού της χώρας, αφού τόσο η διακυβέρνησή της, όσο κ η αντιπολίτευση προέρχονται από τον ίδιο χώρο. Την ίδια στιγμή δηλαδή που οι ομαδοποιήσεις της Κεντροδεξιάς αναλώνονται σε ζητήματα μικροπολιτικής, οι πολιτικοί σχηματισμοί της ευρύτερης Αριστεράς δείχνουν ανήμποροι τόσο να επωφεληθούν από την ενδοπαραταξιακή σύγκρουση, όσο κ να θέσουν την πολιτική ατζέντα.
Πιο συγκεκριμένα, το ΠΑΣΟΚ, ως το έταιρο κόμμα εξουσίας δεν φαίνεται να επιδοκιμάζεται από τους πολίτες της χώρας για τις θέσεις ή της προτάσεις του, αλλά η όποια δυνητική εκλογική του νίκη αποτελεί απότοκος της ενδοπαραταξιακής σύγκρουσης της Κεντροδεξιάς. Και αυτό αποτυπώθηκε ξεκάθαρα στο αποτέλεσμα των τελευταίων ευρωεκλογών, όπου ναι μεν το ΠΑΣΟΚ βγήκε πρώτο, αλλά συρρικνώνοντας την εκλογική του δυναμική. Από την άλλη, το ΣΥΡΙΖΑ έχει περάσει σε μία ατέρμονα εσωκομματική κατάσταση αυτογνωσίας, η οποία ψαλιδίζει την εκλογική προοπτική του σε ένα μελλοντικό εξωκοινοβουλευτικό περιβάλλον, ενώ οι Οικολόγοι – Πράσινοι χαρακτηρίζονται ως τώρα από μία παθητική στάση στα πράγματα μετριάζοντας δραματικά τις αρχικές προσδοκίες του εκλογικού σώματος.
Έτσι έχουμε από τη μία μια κεντροδεξιά κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας κ από την άλλη μια δυναμική κεντροδεξιά αντιπολίτευση η οποία εκφράζεται άλλοτε κοινοβουλευτικά κυρίως μέσω του ΛΑΟΣ ή των ανεξάρτητων «ησυχαστών» κ άλλοτε εξωκοινοβουλευτικά από το χώρο των επιχειρηματιών (ΣΕΒ) ή ανενεργών πολιτικών της παράταξης.

Καταλήγουμε λοιπόν να ομιλούμε για μια Ηγεμονία της Κεντροδεξιάς στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.

Η Πιθανοφάνεια της Κεντροδεξιάς


Αν αναλογιστούμε όλα τα παραπάνω, το πώς δηλαδή καταφέρνει η «βαλκανοποιημένη» Κεντροδεξιά να ηγεμονεύει του εγχώριου πολιτικού τοπίου, αλλά κ τον διάχυτο προβληματισμό που έχει δημιουργηθεί τον τελευταίο καιρό στην ελληνική πολιτική σκηνή γύρω από την οριοθέτηση ενδεχόμενων πρόωρων εκλογών με αφορμή την προεδρική εκλογή του Μαρτίου, θα οδηγηθούμε σε μια σειρά ζητημάτων γύρω από την πιθανοφάνεια της Κεντροδεξιάς σε μια μελλοντική εκλογική διαδικασία.

Πόσο καλά ταιριάζουν οι πιθανότητες εκλογικής νίκης της Κεντροδεξιάς σύμφωνα με τα πολιτικά δεδομένα του σήμερα;

Έχοντας από την μία, μία Νέα Δημοκρατία βεβαρημένη με σωρεία σκανδάλων κ με ασφυκτικά χρονικά κ πολιτικά περιθώρια για εφαρμογή έστω κ καθυστερημένα μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών, κ από την άλλη ένα ολοένα κ περισσότερο ενισχυμένο ΛΑΟΣ να αντισταθμίζει το έλλειμμα της πρώτης, η εκλογική νίκη θα φάνταζε πραγματοποιήσιμη. Με τη συνεχή όμως άρνηση του επιτελείου Καραμανλή για συνεργασία σε ζητήματα που ήδη άρετε από την ατζέντα Καρατζαφέρη, αυτή φαντάζει πολύ δύσκολη.
Αυτή η συνεχιζόμενη κ ολοένα διογκώμενη ενδοπαραταξιακή σύγκρουση απογοητεύει τους υποστηρικτές της Κεντροδεξιάς. Απογοήτευση που τους οδήγησε σε αποχή από τις πρόσφατες Ευρωεκλογές κ που κανείς δεν μας βεβαιώνει ότι δεν θα τους ξανά οδηγήσει σε αποχή από μελλοντικές εκλογές.

Ενώ, αν συνυπολογίσουμε τον κατακερματισμό της παράταξης σε μικρά ή μεγάλα κόμματα τότε η ηγεμονία της Κεντροδεξιάς θα μετουσιωθεί σε ανάλογη διασπορά εκλογικών αποτελεσμάτων που θα οδηγήσει σε εκλογική νίκη της Κεντροαριστεράς, καθώς με τα σημερινά δεδομένα φαντάζει αδύνατο κάθε ενδεχόμενο μεταξύ τους εκλογικής ή κυβερνητικής συνεργασίας.


Πόσο καλά εκφράζει σήμερα η Νέα Δημοκρατία την Κεντροδεξιά;

Από δημιουργίας της η Νέα Δημοκρατία ακροβατούσε ανάμεσα σε δύο πολιτικές, μία συντηρητική κ μία φιλελεύθερη, αυτό που πέτυχε ο ιδρυτής της Κων/ινος Καραμανλής ήταν η ισορροπία κ αυτό συνεχίζει να προσπαθεί μέχρι σήμερα ο ανιψιός του κ σημερινός Πρωθυπουργός της χώρας Κώστας Καραμανλής.

Η Νέα Δημοκρατία έγινε κόμμα συνώνυμο της Μεταπολίτευσης κ του ομαλού εξευρωπαϊσμού της χώρας. Σήμερα 35 χρόνια μετά, η Νέα Δημοκρατία βαρύνεται από τα ίδια προβλήματα που δημιούργησε σε βάθος χρόνου η Μεταπολίτευση. Η Μεταπολίτευση κέρδισε, κατά κοινή ομολογία, το μεγάλο στοίχημα της μακροπολιτικής σταθερότητας, δεν κατάφερε όμως να κερδίσει τη μάχη της ποιότητας των θεσμών κ προπάντων της αποτελεσματικότητας των λειτουργιών της δημοκρατίας που μορφοποιήθηκε μετά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος. Δημιούργησε μια παρατεταμένη περίοδο αποσταθεροποίησης και ανασφάλειας. Μια περίοδο κρίσης στους θεσμούς, στην οικονομία, στις αξίες. Οι θεσμοί, που η Μεταπολίτευση επανέφερε, δοκιμάστηκαν από τη διαπλοκή, τη διαφθορά, την ασυδοσία, τις ανεπαρκείς πολιτικές που διακινδύνευσαν την ασφάλειά, τα εισοδήματά, την υγεία κ την προοπτική των πολιτών.

Η Νέα Δημοκρατία έχει πάψει να προηγείται των γεγονότων πλέον κ δεν δείχνει ικανή – αν κ κυβέρνηση – να ορίσει την πολιτική ατζέντα του σήμερα. Αντίθετα δείχνει να βρίσκεται στο μέσον μιας σύγχυσης. Σύγχυση που οδηγεί σε πτώση της ποιότητα του κυβερνητικού έργου, αλλά κ σε μία αδιαφορία που περιθωριοποιεί ικανά στελέχη κ παράγοντες της πολιτικής κ κοινωνικής ζωής.

Η Νέα Δημοκρατία αδρανοποιημένη από την ενδοπαραταξιακή σύγκρουση κ τον ατομικισμό των στελεχών της έχει πάψει προ πολλού να εκφράζει την Κεντροδεξιά στην Ελλάδα.